Κυριακή 16 Ιουνίου 2024

ΣΚΛΑΒΟΣ: ΠΡΟΣ ΤΗ ΜΕΤΑ-ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ – ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ ΤΕΛΟΣ;

 Β. ΦΙΟΡΑΒΑΝΤΕΣ


ΣΚΛΑΒΟΣ: ΠΡΟΣ ΤΗ ΜΕΤΑ-ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ – ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ ΤΕΛΟΣ;

 

 

Το κείμενό μου που αφορά αμεσότερα τη μελέτη μου για τον Σκλάβο (στην πρώτη του εκδοχή στα γαλλικά περίπου 250-60 σελ.), και σε στενή συνάρτηση με τα δύο πρώτα πιο εισαγωγικά και θεωρητικά κεφάλαια του Διδακτορικού μου, σημειώνει αναμφίβολα ένα σημείο καμπής της όλης αισθητικής έρευνάς μου, την οποία εξάλλου δεν θεωρούσα ποτέ αποκομμένη από τη γενικότερη κοινωνική θεωρία. Από μια ορισμένη άποψη δε, και μετά από συνεχείς συζητήσεις και διαφωνίες που είχα με τον  Ο. Ρεβω ντ’ Αλλόν, πρέπει να θεωρήσω την συγγραφή του ως επίτευγμα. Πρόκειται για ένα, θέλω να πιστεύω,  πρωτότυπο αισθητικό μονογραφικό δοκίμιο για τη ζωή και κυρίως το έργο του μεγάλου γλύπτη της μοντέρνας και ιδίως αφηρημένης πρωτοπόρας τέχνης. Και αυτό γιατί είναι αρκετά αντινομικό, αν όχι απόλυτα το να προσπαθείς να προσεγγίσεις αισθητικά τη μοντέρνα δημιουργία, αρκούμενος στο έργο ενός καλλιτέχνη, όσο σημαντικός και αν είναι αυτός.

Όμως μέσα από μια συστηματική και συγκροτημένη προσπάθεια αποσαφήνισης της σχέσης του συγκεκριμένου καλλιτέχνη και του έργου του (μέρος)  με την ιστορία της μοντέρνας γλυπτικής, της κοινωνίας, της κουλτούρας, της ιστορίας, κ.α. (όλο), και μετά από συνολική διερεύνηση αυτής της πολύπλοκης και αντιφατικής σχέσης με τη μορφή πάντοτε του νεολουκατσικού δοκιμίου, και ακριβέστερα νεολουκατσικής έμπνευσης δοκιμίων αισθητικής, κατορθώσαμε ως ένα  βαθμό το ακατόρθωτο: Να δώσουμε με έναν συνοπτικό και διαλεκτικό πάντοτε τρόπο ανάγλυφα αυτή τη σχέση, να την επεξηγήσουμε (éxpliciter) με έναν  εμμενή τρόπο όπως ήθελε και ο Γκολντμάν, ο μεγάλος μαθητής του νεαρού Λούκατς. Και κυρίως κατορθώσαμε να συντάξουμε ένα κείμενο αισθητικής ικανοποιητικού, πιστεύουμε, επιπέδου.

Η δομή, η μορφή του κειμένου έχει και αυτή τη σημασία της, πάντοτε σε συνάφεια με το θέμα, τις θεματικές, όπως θα έλεγε και ο Μαρκής, που θέλαμε να παρουσιάσουμε και ν’αναπτύξουμε, αλλά κυρίως ως (μορφική) συγκεκριμενοποιήση πρώτιστα του ίδιου του έργου του Σκλάβου, αλλά και ως θεωρητικοποίηση των σχέσεων του με την ιστορία της μοντέρνας τέχνης, της γλυπτικής ειδικότερα και της διαλεκτικής της (ειδικής και γενικής) με το γενικότερο ιστορικοκοινωνικό γίγνεσθαι.

Ένα άλλο θέμα που έπρεπε ν’αντιμετωπίσουμε συγκεκριμένα, ήσαν η μορφή του κειμένου, η οποία σύμφωνα με τον Αντόρνο στο βαθμό που θέλουμε να μιλούμε με αισθητική, πρέπει να είναι αποσπασματικό, αφοριστικό και παρατακτικό.  Πρόκειται δηλαδή  δομικά για αισθητική  αποσπασματική και αφοριστική. Έχουμε αναλύσει σε άλλα κείμενα  την μορφολογική και φιλοσοφική αυτή κατάκτηση του Αντόρνο, ειδικά σε σχέση με την ανάγκη  ξεπεράσματος του συστήματος και της ορθολογικής αλλοτρίωσης και πραγμοποίησής του, οπότε δεν χρειάζεται να επεκταθούμε εδώ. Συγχρόνως είναι άλλο πράγμα να μελετάς ένα μεγαλειώδες κείμενο του maitre Αντόρνο, και άλλο να προσπαθείς δειλά-δειλά να συγκροτήσεις ένα μικρό κείμενο αισθητικής, υποχρεωτικά (impérativement) αισθητικής. Οπότε δεν έχεις πολλές επιλογές μπροστά στο έρεβος που βρίσκεσαι. Ή εγκαταλείπεις την προσπάθεια, ή μετά από τόση άμεση, προσωπική  ασταμάτητη έρευνα και μελέτη ετών, και κυρίως από δικό σου άμεσο ενδιαφέρον, χωρίς όμως να έχεις ακόμη αντιμετωπίσει αυτή τη μοναδική αντορνική ιδιομορφία, η οποία ουσιαστικά ήταν το όλον, ρίχνεσαι στον αγώνα της συγγραφής  με ότι μέσα διαθέτεις, και αν πετύχεις πέτυχες. Πολύ χρόνο δεν είχα, λόγω των ανυπέρβλητων μια ζωή οικονομικών προβλημάτων μου. Οπότε έπρεπε να τελειώσω το γρηγορότερο τη συγγραφή. Σκεπτόμενα πάντοτε τη δυσκολία αυτής της μοναδικής όσο και προκλητικής αντορνικής μορφής γραφής, και ότι ποτέ οι καθηγητές μου δεν είχαν ουσιαστικά κατορθώσει να γράψουν ούτε μια γραμμή αντορνικής έμπνευσης και μορφής, κειμένων, ρίχθηκα στη μάχη και μέσα σε λιγότερο από εξ (6) μήνες τέλειωσε  το κείμενο στα γαλλικά, και έκανα και τρεις μάλιστα δημοσιεύσεις  στα Εικαστικά (σε 2 συνέχειες και στη Μαρξιστική συσπείρωση (αφού μετάφρασα τα αντίστοιχα  τμήματα ο ίδιος). Το κείμενο είναι δύσκολο, βαρύ, δεν σου επιτρέπει να πάρεις ανάσα, να ξεφύγει η προσοχή σου, ίσως και να σε τραβάει σε μια συνεχή ανάγνωση, αν δεν το κλείσεις από τις πρώτες γραμμές. Έχει κατά κανόνα μακρυές περιόδους, μεγάλες και πολύπλοκες προτάσεις, αλλά έχει μια ισομορφία σπάνια, έχει ρυθμό νοηματικό και τονισμού, είναι σαφές χωρίς πλατιασμούς, αλλά πιστεύω δύσκολο, ανέλπιστα δύσκολο. Μα μήπως θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά,  όταν πρέπει να παρουσιάσεις, εννοείται  πάντοτε όσο πιο εύληπτα γίνεται, τα τόσο δύσκολα, ακόμη και αδιερεύνητα μέχρι τώρα θέματα της αφαίρεσης, ακόμη και σκοτεινά τα αλλά συναφή θέματα της κοινωνικής θεωρίας και της αισθητικής; Κυρίως δε έπρεπε να ικανοποιηθεί ο στόχος, που ήταν η σύνταξη ενός κειμένου αισθητικής. Και  εδώ ανέκυπτε κάθε φορά η ανάγκη της αποσπασματικής κ.λ.π. μορφής. Οπότε σκέφτηκα ότι αν επιδίωκα επί τούτου μια τέτοια γραφή θα αποτύγχανε, διότι θα ήταν τεχνητή, εξεζητημένη, ξένη προς εμένα. Αλλά  η ανάγκη της τάσης προς αυτήν παρέμενε αναπόφευκτα. Από την άλλη, διαβάζοντας και κείμενα αισθητικής του Μαρκούζε, του Γκολντμάν, του Λεφέβρ, του Ο. Ρεβώ ντ’ Αλόν και μαθητών τους, δεν έβλεπα πουθενά αντορνική αφοριστική γραφή. Οπότε σκέφτηκα ότι μέσα στην εντατική, με πολύ μεγάλη – σχεδόν απόλυτη και καθολική – συγκέντρωση για το γράψιμο του κειμένου μπορούσα να φθάσω ενδογενώς προς κάποια μορφή αποσπασματικότητας και αφοριστικότητας, σε μια κάποια μορφή έστω και στοιχειωδώς. Στόχος μου παρέμενε πάντοτε το κείμενο να έχει ένα σταθερά υψηλό επίπεδο, να είναι ποιοτικό, να έχει μια ικανοποιητική μορφική-μορφολογική ενιαία συγκρότηση σε όλη της την έκταση. Και μεταθέτοντας το πρόβλημα της αποσπασματικότητας, ευτυχώς, νομίζω ότι συγκρότησα ένα ικανοποιητικό πρώτο κείμενο αισθητικής, που όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια τα δύο πρώτα μέρη του να είναι πολύ πιο δύσκολα από όσο νόμιζα τότε, αλά πάντοτε ικανοποιητικά  για τις ανάγκες της δόμησης τότε της όλης εργασίας μου, και κυρίως από την άποψη του εντοπισμού και της ανάδειξης με έναν κριτικό και συνάμα ανοιχτό τρόπο των ουσιαστικότερων τουλάχιστον θεμάτων αισθητικής της μοντέρνας και αφηρημένης γλυπτικής και του Σκλάβου ειδικότερα.

Με άλλα λόγια η σχέση μεταξύ του γενικού: αισθητική της μοντέρνας τέχνης και της γλυπτικής ή της αφηρημένης τέχνης και γλυπτικής και της αισθητικής τουςμ και της αισθητικής του Σκλάβου ήταν πολύ πιο δύσκολη από όσο φανταζόμουν. Εξάλλου η όλη εργασία μου ως τέτοια δεν είχε προηγούμενο στην αισθητική βιβλιογραφία, η δε αισθητική της μοντέρνας και ειδικά της αφηρημένης γλυπτικής ήταν ουσιαστικά ανύπαρκτη.

Όλα τα χρόνια που επακολούθησαν στον κρυφό ή φανερό διάλογό μου με τον Σκλάβο και το έργο του, με αναφορά την δύσκολη αυτή εργασία μου, αλλά και γενικότερα, παρά τα κάποια φιλολογικά λάθη της, ενώ οι φαινομενικές ασάφειές της παρέπεμπαν στην ανάγκη παρά πέρα  μακρόχρονων θεωρητικών ερευνών, προσπάθησα ουσιαστικά μόνος να διερευνήσω τις σχέσεις αυτές,  τη βαθύτερη ουσία του μοντερνισμού, της αφηρημένης τέχνης και ιδίως της αφηρημένης γλυπτικής, όπως και όλα τα θέματα κοινωνικής θεωρίας και αισθητικής, με την οποία συνδέονται, χωρίς όμως να μπορώ να  ολοκληρώσω την όλη απαιτούμενη έρευνα. Πολλά θέματα μένουν ακόμη να διερευνηθούν, και δυστυχώς δεν βοηθά η βιβλιογραφία, ενώ υπήρξε όλα αυτά τα χρόνια σημαντική εκθεσιογραφία διεθνώς για μεγάλους μοντέρνους καλλιτέχνες και ρεύματα. Από αισθητικής άποψης όμως είμαστε ακόμη μακριά όσον αφορά την επεξεργασία μιας ικανοποιητικής αισθητικής της μοντέρνας και ειδικώτερα της αφηρημένης τέχνης και πιο ειδικά της αφηρημένης γλυπτικής, παρά τις συνεχείς προσπάθειές μου.

Ευτυχώς που επέμενε ο Ρεβώ ντ’ Αλλόν ν’αποπειραθώ μια αισθητική του Σκλάβου, παρά τα προβλήματα που υπήρχαν, και ήθελε τις δικές μου απαντήσεις (πολύ ευγενική και συγκινητική η συνεχής προτροπή του), και ακόμη ευτυχώς που η επηζητούμενη, αλλά δύσκολα επιτυγχανόμενη, αποσπασματικότητα  δεν με απέτρεψε από όλη αυτή τη συγκλονιστική εμπειρία. Φράσεις και προτάσεις βαρειές, που υποδηλώνουν τη σημασία του όλου εγχειρήματος, το άγχος της όλης προσπάθειας, της διανοητικής πνευματικής και θεωρητικής μου έντασης. Φράσεις και προτάσεις βαρειές που υποδηλώνουν τη σοβαρότητα και την αξία της μοντέρνας και αφηρημένης γλυπτικής ειδικώτερα, τη μοναδικότητα, ακόμη περισσότερο του Σκλάβου. Φράσεις και προτάσεις στους αντίποδες ίσως της αντορνικής αποσπασματικής élegance, αλλά ως τέτοιες συνιστούν τη δική τους ιδιότυπη μορφή, και αυτή θέλω να πιστεύω μοντέρνα. Μοντέρνα à la Φιοραβάντες: Βαρειά, σοβαρή, υπόθεση ζωής,  ακόμη και της ίδιας της ύπαρξής μου, του είναι μου, ως αποτέλεσμα της γενικότερης τότε ήδη διαμορφωμένης αγωνιστικής ψυχοπνευματικής και ψυχοδιανοητικής μου οντότητας. Και το αγωνιστικό επίπεδο ήταν κοινό με τον Σατλέ, τον Μαρκούζε, τον Λεφέβρ, τον Γκολντμάν, τον Βανεγκέμ και ιδίως τον Ρεβώ ντ’ Αλόν, κάτι που σίγουρα δεν υπήρχε με τον Αντόρνο, τον γερμανό Αντόρνο που έστρεψε την πλάτη στο κίνημα, μόλις επέστρεψε στην Γερμανία στα μέσα της δεκαετίας του 1950 και έγινε πανεπιστημιακός μανταρίνος.

Το κίνημα, ιδίως αυτό της μετά τον Μάη εποχής, μας επέτρεπε να δημιουργούμε ακόμη κοινούς τόπους, κοινές μορφές επικοινωνίας, διατηρούσε πάντοτε ελπίδες για το μέλλον, οπότε όλα τα θέματα, ακόμη και τα εξαιρετικά δύσκολα κοινωνικά προβλήματα θα μπορούσαν να  διερευνηθούν στη συνέχεια και να αντιμετωπιστούν διαλεκτικά.

Έτσι, με αναφορά τον Σκλάβο και τη βαθειά ανάγκη μελέτης και κατανόησης του συγκινητικού  παραδείγματός του, διαμορφώθηκαν οι προϋποθέσεις να  ανοίξουν πολλές συζητήσεις και έρευνες και προς πολλές μάλιστα κατευθύνσεις. Και παρά τις αντιδραστικές ανατροπές που προέκυψαν στη συνέχεια, συνεχίζω τον ίδιο δρόμο, για να παραφράσω τον Ρ. Μπάρο1. Το πρόβλημα βέβαια της επικοινωνίας όμως σε συνθήκες ουσιαστικής αποσύνθεσης του κινήματος παραμένει, παρά την ηρωική προσπάθεια των Κίτρινων γιλέκων. Αλλά η αισθητική είναι για τα δύσκολα, επιζητά τη διερεύνηση και τη λύση δύσκολων προβλημάτων, τον φωτισμό των σκοτεινών (cachées) πτυχών του είναι, αλλά και τη διαμόρφωση καλύτερων προϋποθέσεων για το αισθητικό γίγνεσθαι.  Και ο Σκλάβος πάντοτε είναι και παραμένει, μια αξεπέραστη αναφορά: περιεχομένου, μορφής, ιδεολογίας.

Το όλο εγχείρημα φάνταζε αφετηριακά δύσκολο, ακόμη και απονενοημένο διάβημα, στο βαθμό που για εμάς το να μιλάς για την Αισθητική, να προσπαθείς να κάνει ένα είδος αισθητικής σύμφωνα με τις δυνάμεις σου ήταν συνώνυμο της Επανάστασης. Τέχνη-Ζωή-Επανάσταση ήταν ένα, μία ενιαία οντότητα, αλλά το επίκεντρο μεταφερόνταν πλέον στο πεδίο της Αισθητικής. Και αντίστροφα η απόπειρά μου τότε, υπό την ζωντανή ακόμη εμπειρία του κινήματος του Μάη, του Πολυτεχνείου κ.τ.λ. σήμαινε προσπάθεια ολικής προσέγγισης του έργου του Σκλάβου και συγχρόνως προσπάθεια ερμηνείας του υπό την οπτική της ολότητας. Μοντέρνα και ειδικότερα αφηρημένη τέχνη, και πιο ειδικά αισθητική, κοινωνία, ιστορία, πολιτισμική ιστορία και συγχρόνως, όπως έδειξα στη συνέχεια, του  Ιδεολογική κριτική2, είναι ένα, μια ενιαία θεωρητική οντότητα, ένα ενιαίο μοντέλο σύλληψης και ερμηνείας του κόσμου, με επίκεντρο βέβαια τότε το έργο  και γενικότερα το συγκλονιστικό παράδειγμα του Σκλάβου.

Κρίνοντας εκ των υστέρων η προσπάθεια (1985-86) τότε ήταν ικανοποιητική, αλλά άφηνε πολλά θέματα ανοιχτά στην έρευνα. Και αυτό το κενό ως ένα βαθμό προσπαθούμε να το καλύψουμε εδώ, λαμβάνοντας πάντοτε υπόψη τη μέχρι τώρα έρευνά μας στον χώρο της κοινωνικής θεωρίας και της αισθητικής, τις δημοσιεύσεις, τις σημειώσεις των μαθημάτων μας κ.α. Και αυτό το ολικό μοντέλο θέλουμε να πιστεύουμε ότι, όχι μόνο το ακολουθήσαμε πιστά σε όλη την εργασία για τον Σκλάβο, αλλά και σε αυτό που ακολούθησε μέχρι σήμερα. Το μοντέλο ή είναι ολικό, επικεντρωμένο στην ολότητα ή γρήγορα και εύκολα ξεπέφτει κάποιος στον εμπειρισμό, την απλοϊκότητα, στην  ιστοριογραφία στα οξύμωρα σχήματα, όπως λέει ειρωνικά ο Αντόρνο, κ.τ.λ. Διαφορετικά δεν έχει νόημα η όλη προσπάθεια. Ξαναθυμίζουμε για πολλοστή φορά μια λέξη του Σκλάβου. Επανάστασις. Και η επανάσταση ή είναι ολική3, κοινωνική και αισθητική, ή δεν είναι επανάσταση. Και ως τέτοια φαίνεται ότι πάντοτε είναι τραγική.

Αυτό είναι το δίδαγμα των πρωτοπορειών και του Σκλάβου ειδικότερα. Αυτό είναι και το τραγικό, δυστυχώς, δίδαγμα της ιστορίας.

 

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

 

1.       Βλ. R. Bahro, Je continuerai  non  chemin,  Stock.

2.       Βλ. Β. Φιοραβάντες, Ιδεολογική κριτική και αισθητική,  Praxis.

3.       Στη συνέχεια μάλιστα του διδακτορικού μου θεωρητικοποίησα συστηματικότερα την έννοια της ολικής επανάστασης. Βλ. τα βιβλία μου, Κοινωνική θεωρία και αισθητική, Αρμός, Θεωρία πολιτισμού, Ψηφίδα, τ. ΙΙ κ.α.

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου