ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑΖΗΣΗ
ΑΘΗΝΑ 2004
TΟ ZHTHMA TOY ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΎ ΚΑΙ ΤΗΣ ΣΥΜΦΙΛΊΩΣΗΣ ΑΝΘΡΏΠΟΥ ΚΑΙ ΦΎΣΗΣ
ΥΠΟ ΤΟ ΠΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΚΡΙΤΙΚΗΣ ΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΗΣ ΦΡΑΝΚΦΟΥΡΤΗΣ.
I
Θα ξεκινήσω το κείμενο μου με δύο κομμάτια από έργα του μεγάλου Ινδού ποιητή Ραμπιτρανάθ Ταγκόρ. Το πρώτο είναι από πεζό ποίημα, που βρίσκεται στην ποιητική του συλλογή Συγκομιδή και περιέχει σε συμπύκνωση μια ολόκληρη θεώρηση και στάση ζωής: «Δάσκαλε δώσε μου το πιο μικρό σπειρί από εκείνον τον πλούτο, που περιφρονεί όλα τα πλούτη του κόσμου». Έτσι απευθύνεται ο μαθητής προς το σοφό βραχμάνο δάσκαλο του ύστερα από κατανόηση του μηνύματος που ήθελε με σιωπηλό και απέριττο τρόπο να μεταβιβάσει ο δεύτερος στον πρώτο. 1 Το άλλο κομμάτι είναι από το φιλοσοφικό του βιβλίο Τελείωση και αναφέρεται σ’ ένα ολόκληρο σύστημα σκέψης, που χαρακτηρίζει το δυτικό πολιτισμό και που ο ποιητής το αντιπαραβάλλει με τον τρόπο σκέψης του ινδικού πολιτισμού. «Στην αρχαία Ελλάδα ο πολιτισμός αναπτυσσόταν στο άστυ που προστατευόταν από τα τείχη του. Το γεγονός είναι, ότι τείχη προστάτευσαν το λίκνο όλων των νεότερων πολιτισμών. Η υλική αυτή προστασία αποτύπωσε τη σφραγίδα της βαθιά στο πνεύμα των ανθρώπων. Εισήγαγε στις αντιλήψεις μας την αρχή του «διαιρεί» και «βασίλευε», πράγμα που δημιουργεί μέσα μας τη συνήθεια να θέλουμε να εξασφαλίσουμε κάθε κατάκτηση μας περιβάλλοντας την με τείχη...
Υποδιαιρούμε τις γνώσεις μας σε στεγανά διαμερίσματα, κάνουμε διάκριση μεταξύ ανθρώπου και φύσης... 2 »
Η επιλογή των παραπάνω κομματιών δεν έγινε τυχαία, αλλ’ αντίθετα ήθελε να καταδείξει ότι το οικολογικό κίνημα όχι απλά νομιμοποιείται ν’ αναζητήσει τη φιλοσοφία του 3 , αλλά μπορεί ν’ αντλήσει γι’ αυτόν το σκοπό από τον ήδη υπάρχοντα πνευματικό πλούτο της ανθρωπότητας μ’ έναν τρόπο που σε πρώτη φάση δεν φαίνεται ορθόδοξος. Αλλά, ακριβώς εδώ βρίσκεται το άνοιγμα μιας άλλης προοπτικής: εγκυροποίηση κάθε πνευματικής και βιωματικής προσέγγισης ανθρώπινων ζητημάτων και προβλημάτων, που δεν φέρνει αναγκαστικά την «καθώς πρέπει» σφραγίδα ενός «ορθόδοξου» σύγχρονου πνεύματος, που στηρίζεται αποκλειστικά στην επιστήμη και στην τεχνική, από τη στιγμή που μπορεί να προσφέρει με το δικό της τρόπο στο ανέβασμα της ποιότητας της ανθρώπινης ζωής και συμβίωσης. Και δεν είναι λίγες οι φορές που τέτοιες προσεγγίσεις προσφέρουν.
Κι ακριβώς εδώ πάλι είναι η ευκαιρία να τονίσουμε το μετα-ματεριαλιστικό 1 και αντιματεριαλιστικό βαθύτερο φιλοσοφικόχαρακτήρα του οικολογικού κινήματος. Και εννοούμε φυσικά σ’ αυτό το επίπεδο όχι τ’ αποσπασματικά κινήματα προστασίας του περιβάλλοντος, αλλά εκείνο το οργανωμένο και ριζοσπαστικό κοινωνικό κίνημα, που επιμένει ότι έχει ένα συνολικό άλλο τρόπο θεώρησης της ανθρώπινης ζωής και της οργάνωσης της μέσα στις κοινωνικές ομάδες 5 .
Το νόημα του πρώτου κομματιού εμπεριέχει κι αναφέρεται ακριβώς σ’ ό,τι, ως επί το πλείστον, δεν υπήρχε ή δεν υπάρχει στην ανθρωπότητα, αλλά και που δεν παύει ποτέ να είναι οι μεγάλες οριακές στιγμές της προς τις οποίες πρέπει διαρκώς να κατατείνουμε έστω και μέσα από μια συνειδητοποιημένη κι εσωτερικευμένη σισύφεια προσπάθεια. Είναι αυτό που πρέπει να πραγματοποιείται, αν και αντίθετα συχνά απουσιάζει από τις ανθρώπινες δραστηριοποιήσεις και πραγματοποιήσεις. Και θα ήταν πέρα για πέρα λαθεμένο να νομιστεί ότι ο εσωτερικός πνευματικός και ψυχικός πλούτος υφίσταται ακριβώς πάνω από το πεδίο ενός ανελέητου και χωρίς όρια ανταγωνισμού ανθρώπου και φύσης υπό την προϋπόθεση ότι ο πρώτος στέκεται άσπλαχνος νικητής απέναντι στη δεύτερη. Ο εσωτερικός πλούτος όχι απλώς δεν αίρεται απ’ την ισορροπία «ανθρώπινου» και «φυσικού», αλλά δεν είναι άστοχο να θεωρήσουμε ότι η τελευταία μπορεί να περιληφθεί μέσα σ’ αυτόν τον ίδιο (ας θυμηθούμε π.χ. την διαλεκτική αντιθετικότητα κι ενότητα του Απολλώνειου και Διονυσιακού στοιχείου στον αρχαιοελληνικό πολιτισμό, όπως γλαφυρά και βαθυστόχαστα την ανέλυσε στην Γέννηση της Τραγωδίας ο Φρειδερίκος Νίτσε 6 . Ακόμη βαθύτερα ας προσεγγίσουμε προσεκτικά το πνεύμα της ενδιάμεσης οδού ανάμεσα στην απληστία (του πόθου και του εγωισμού) και τον ασκητισμό που διδάσκει ο φιλοσοφημένος Βουδδισμός 7 ή ας αφήσουμε να μας διαπεράσει χωρίς προκαταλήψεις η ποιητική πνοή του «Φτωχούλη του Θεού» (όπως αναδύεται μέσα από τον «Ύμνο του προς τον Παντοδύναμο, τον Ήλιο, τη Σελήνη, τ’ Άστρα, και τη Μάνα Γη...» 8 )
Κι όταν οι εκπρόσωποι της σχολής της Φρανκφούρτης (Μαρκούζε, Χαρκχάϊμερ, ο Αντόρνο), αρνούμενοι την απο- στεωμένη μαρξιστική ορθοδοξία 9 , προσπαθούν να φτάσουν σ’ ένα αναλυτικό βάθος, ακόμη μεγαλύτερο από εκείνο που στηρίζεται στην αποκλειστική σχεδόν άποψη ότι ο "κινητήριος μοχλός της Ιστορίας είναι η ταξική πάλη", για να εξηγήσουν αλυσίδες καταπιέσεων και τυφλών κυριαρχικών τάσεων, όταν αρνούμενοι επιπλέον την αρνητικότητα του υπάρχοντος ανθρώπινου κόσμου 10 , αισθάνονται παράλληλα αδυναμία ανατροπής του, τι άλλο κάνουν παρά να πιστεύουν στον πλούτο των πνευματικών και ηθικών αξιών, ως ένα πλούτο που εσωτερικά υποστασιοποιείται χωρίς να έχει αναγκαστικά μια εξωτερική-αντικειμενική επιβράβευση ή συγκεκριμένη ιστορική δυνατότητα. Την ίδια στιγμή όμως αναζητούν την συμφιλίωση ανθρώπου και φύσης κατανοώντας ότι η αντίθετη κατάσταση δεν προσέφερε ένα σταθερό μπούσουλα διαρκούς και δημιουργικής πνευματικοποίησης ή κοινωνικής ορθότητας. Γιατί πράγματι, αν θέλουμε να μιλήσουμε λίγο συμβολικά, όταν ο Διόνυσος μεταβλήθηκε σε "διάβολο", ο Απόλλωνας τραγούδησε ομορφότερα τραγούδια με την λύρα του; Το "κρασί και ο έρωτας του πονεμένου κι αναστημένου Διονύσου 11 δεν αίρει ούτε αίρεται από τη "λύρα" και το "φως" του Απόλλωνα. Οι αρχαίοι Έλληνες μπόρεσαν να δουν αυτή τη διαλεκτική ενότητα των αντιθέτων δημιουργικά. Η σχολή της Φρανκφούρτης αναζητά κι αυτή την ίδια ενότητα όχι βέβαια μέσα από τη δύναμη ενός ποιητικού πνεύματος αλλά μέσα από περίπλοκες αναλύσεις που θέλουν ν’ αποκαλύψουν το «ψεύτικο φυσικό» και παράλληλα, μέσα από μια διαδικασία ιστορικής απελευθέρωσης, να δώσουν την ελπίδα μιας συμφιλίωσης κοινωνίας και φύσης 12
Η μέχρι τώρα κοινωνική πραγματικότητα όμως ήταν αντίθετη, όταν την αντιμετωπίζουμε ιδιαίτερα σαν ενιαίο σύνολο (π.χ. κι οι Έλληνες ακόμη έφτασαν στην παραπάνω βιωμένη αντίληψη, αλλά σαν "ελεύθεροι" πάνω σε "δούλους". Το θέμα ήταν και είναι να πραγματοποιηθεί η παραπάνω ισορροπία απ’ όλο τον κοινωνικό οργανισμό συλλογικά). Ανταγωνισμός χωρίς όρια «ανθρώπινου» και «φυσικού», ενώ παράλληλα η κυριαρχία του πνευματικού πλούτου πάντα αμφισβητείτο. Η ίδια σκοτεινιά που σκεπάζει το Απολλώνειο φως αποπροσανατολίζει το Διόνυσο και τη «συνοδεία» του κάνοντας τον να χάσει ολότελα το κέφι του για εξάρσεις «γλεντιού και ερώτων»!.. Οι μηχανισμοί αποξένωσης του «ανθρώπινου» από το «φυσικό» δεν τροφοδοτούν αναγκαστικά αντίστοιχους μηχανισμούς «πνευματικοποίησης», αλλ’ αντίθετα είναι πολλές οι φορές που καταλήγουν ή συλλειτουργούν με καταστάσεις ουσιαστικής πνευματικής και ηθικής φτώχειας. Η οικονομική δραστηριότητα όσο επιτυχημένη κι ορθολογικοποιημένη κι αν είναι (βλ. Μαξ Βέμπερ, Το Πνεύμα του Προτεσταντισμού και η Καπιταλιστική Ηθική 12α ), δεν είναι φυσικά εκείνη που οδηγεί στον πλούτο που εννοεί ο Ταγκόρ. Το ίδιο μπορούμε να πούμε για οποιαδήποτε πρόοδο της τεχνολογίας, όταν τη δούμε αυτόνομα κι ανεξάρτητα από οποιοδήποτε σύστημα πνευματικών και ηθικών αξιών. Όλος ο σύγχρονος και τρομερός υλικός πολιτισμός, ενώ αποξενώνει από το «φυσικό» και στρέφεται κατά του περιβάλλοντος, παράλληλα απο- πνευματικοποιεί τον άνθρωπο για να μην πω ότι τον αποβλακώνει. Όταν ο Διόνυσος διαισθανόταν ότι θα «εγκλειστεί στην κόλαση» ήταν η ίδια εποχή που ο Ιουλιανός ο Παραβάτης μάταια προσπαθούσε να επικοινωνήσει με το πνεύμα του διωκόμενου Απόλλωνα...
Το δεύτερο κομμάτι του Ινδού ποιητή αναφέρεται στα χαρακτηριστικά εκείνα της δυτικής ορθολογικής σκέψης που από τη μια οδήγησαν στη διαφοροποιημένη και εξειδικευμένη γνώση (ειδικές επιστήμες, τεχνολογία), αλλά από την άλλη, ύψωσαν «τείχη» τόσο προς το «φυσικό», όσο και προς τη σφαιρική σύλληψη του ίδιου του ανθρώπου. Ένας διπλός κατακερματισμός, τόσο σ’ επίπεδο φυσικού περίγυρου και εσωτερικής φύσης, όσο και σ’ επίπεδο καθαρά ανθρώπινου χώρου. Ήταν αυτό που υπήρχε και υπάρχει σαν δυτική πολιτιστική πραγματικότητα (και τα ορθολογικά αναπτυξιακά προγράμματα της οικονομικής αύξησης και συσσώρευσης στην Ανατολή ουσιαστικά μιμούνται τη Δύση ) και εμπεριέχει ένα μόνιμο λάθος 13 -καταντάει μάλλον μια αλυσίδα λαθών- που το πληρώνουμε με καταστάσεις ποικίλων μετασχηματισμών κι απρόβλεπτων συνεπειών.
Η «πολιτιστική μηχανή» στο σύνολο της και στις περισσότερες εκδηλώσεις της βρισκόταν και βρίσκεται έξω από εκείνο το πνεύμα της ενότητας ανθρώπου και φύσης (τόσο εκείνης που γίνεται αντιληπτή έξω από μας όσο κι εκείνης που βιώνεται μέσα σε μας) που την αναγκαιότητα του επισημαίνει ο Ταγκόρ. Παράλληλα το πνευματικό της τμήμα υστερούσε κι υστερεί σημαντικά έναντι του υλικού κι έτσι δεν πρέπει να εκπλησσόμαστε, όταν η σύγχρονη τεχνοκρατούμενη και καταναλωτική κοινωνία, ενώ με το ένα της χέρι καταστρέφει το περιβάλλον, με το άλλο μας σπρώχνει σ’ ένα σκοταδισμό νέου τύπου, όπου ο χυδαίος ματεριαλισμός συναγωνίζεται την εικονολατρική αποβλάκωση! 14 ... Η αλυσίδα συνεχίζεται!.. (Η διαφωνία μου όμως με τον Ταγκόρ είναι στο ότι ρίχνει ευθύνες, απ’ ό,τι φαίνεται, στον αρχαιοελληνικό πολιτισμό. Το λάθος δεν ξεκίνησε ακριβώς από αυτόν, αλλά από την αποσπασματική ερμηνεία ορισμένων στοιχείων του. Όταν χάθηκε η σφαιρικότητα της αρχαιοελληνικής βιοθεωριας "το πράγμα στράβωσε". Τείχη μπορεί να υπήρχαν στην αρχαία Ελλάδα, αλλά υπήρχε και μια ολόκληρη μυθολογία θεών και ηρώων, που έμοιαζε χωρίς υπερβολές με μια ατέλειωτη θάλασσα ποιητικών συλλήψεων, που ήταν ανοιχτές και καθόλου περιχαρακωμένες. Οι αρχαίοι Έλληνες ήξεραν να βρίσκουν, τουλάχιστον στους κλασσικούς χρόνους, και να στηρίζουν ενοποιητικές γέφυρες. Οι γέφυρες μάλλον αργότερα κόπηκαν.)
Έτσι με τέτοιες προϋποθέσεις (δηλαδή με ουσιαστική πνευματική πενία, με διάσπαση της ενότητας ανθρώπινου και φυσικού, με εξάρτηση από το "υλικό έχειν" και την "τυφλή τεχνολογία") πώς να βιώσεις μια ποιητική προσέγγιση της διαλεκτικής σχέσης ανθρώπου και φύσης; Σε περιόδους βέβαια παρακμής αναζητιέται η αγκαλιά του γραφικού φυσικού περιβάλλοντος (ο Θεόκριτος και τα Ειδύλλιά του) ή καταλήγουμε σε αισθησιακές υπερβολές 15 (άκρατη ηδονοθηρία, το Σατυρικό του Πετρώνιου ποια εποχή γράφτηκε;) αλλά φυσικά τέτοιες στάσεις και αντιδράσεις δεν αποτελούν την συγκροτημένη ενοποιητική γέφυρα της πνευματικής ανάτασης και των βιωμένων"φυσικών" στοιχείων της ανθρώπινης ύπαρξης. Βέβαια το "λάθος", για το οποίο μιλήσαμε παραπάνω, για την σχολή της Φρανκφούρτης δεν στοιχειοθετείται μόνο στο επίπεδο σχέσης ανθρώπου και φυσικού περιβάλλοντος ή τουλάχιστον δεν εξαντλείται το νόημα του μέσα στα όρια μιας εξειδικευμένης στο σημείο αυτό προβληματικής. Γι’ αυτήν, αν υπάρχει κάποιο "λάθος", υπάρχει παγκόσμια κι αναφέρεται σ’ αυτή την ίδια τη σύσταση του ανθρώπινου πολιτισμού και στις αντινομίες που κρύβει μέσα του από την ίδια του τη φύση 16 . Η προβληματική γύρω από την τάση κυριαρχίας του ανθρώπου πάνω στη φύση ή- το αντίστροφο της- γύρω την προσπάθεια επανασυμφιλίωσης του πρώτου με την δεύτερη είναι απλώς μία από τις διαστάσεις της συνολικής της προβληματικής.
Ωστόσο η εμβάθυνση, από σκοπιά οικολογικού κινήματος, στη δική της προσέγγιση γύρω από το μεγάλο ζήτημα της συμφιλίωσης, έχει πολλά να προσφέρει στο προηγούμενο, διότι συμβάλλει στην σφαιρικότερη ιδεολογική του συγκρότηση και του δίνει δυνατότητες ν’ αναπτύξει μια πλουσιότερη θεωρητική κάλυψη των δραστηριοτήτων του. Γιατί δεν πρέπει ν’ αγνοούμε ότι οι απώτεροι σκοποί ενός τέτοιου κινήματος, δεν είναι απλώς η αποτροπή αποσπασματικά κάποιων περιβαλλοντικών καταστροφών, αλλά η εκ νέου οργάνωση κοινωνίας και πολιτείας με τέτοιο τρόπο, ώστε να επιτευχθεί η ζητούμενη ισορροπία ανάμεσα στο "ανθρώπινο" και το "φυσικό". Σ’ επίπεδο αρνητικών διδικασιών πρέπει ν’ αναζητηθεί τι "απώτερο" προκαλεί ανισορροπία μεταξύ των δυο πόλων και σ’ επίπεδο θετικών διαδικασιών πώς μπορεί να δεθεί θεσμικά-δομικά μια επανασυμφιλίωσή τους. Μελετώντας έργα όπως Η Ιδέα της Ιστορίας της Φύσης 17 (Αντόρνο), Η Διαλεκτική του Λόγου18(Αντόρνο, Χορκχάϊμερ) ή η Έκλειψη του Λόγου19 (Χορκχάϊμερ) αντιλαμβανόμαστε ότι οι σημαντικοί αυτοί εκπρόσωποι της σχολής συναρτούν την ταξική πάλη και γενικότερα τις τυφλές τάσεις κυριαρχίας που παρατηρούνται μέσα στην ανθρώπινη κοινωνία από την κυριαρχική σχέση του ανθρώπου πάνω στη φύση. Γι’ αυτούς το σύνολο των αντινομιών μέσα στη σύγχρονη κοινωνία δεν εξαντλείται αποκλειστικά, ως προς τη βαθύτερη εξήγηση του, από τις ειδικές κοινωνικές-παραγωγικές σχέσεις του καπιταλιστικού συστήματος. Η τάση τυφλής κυριαρχίας ή υποταγής είναι ευρύτερη σε ιστορική προοπτική διαδικασία και ξεφεύγει από τα όρια ενός συστήματος, που σημαδεύεται από το γεγονός της αποξένωσης των παραγωγών από τα μέσα παραγωγής και τα προϊόντα τους. Η σχέση κύριου-εξαρτώντος και υποταγμένου-εξαρτώμενου δημιουργείται και συναρτάται άμεσα από την πανάρχαιη κυριαρχική τάση του ανθρώπου πάνω στη φύση. Ο χωρίς όρια ανταγωνισμός προκαλεί σχεδόν αυτόματα μέσα στην κοινωνική ομάδα διαφοροποιήσεις, που τελικά καταλήγουν σε σχέσεις επιβολής και υποταγής. Πάνω σ’ αυτές τις σχέσεις θα συγκροτηθεί ένα ολόκληρο δομικό-θεσμικό πλέγμα, που θα στηρίζεται κάθε φορά σε συγκεκριμένο συσχετισμό κοινωνικών δυνάμεων.
Ο Αντόρνο στο πρωτότυπο και προωθημένο από σκοπιά ριζοσπαστικής κοινωνιολογικής αναλυτικής έργο του Η Ιδέα της Ιστορίας της Φύσης προβάλλει και πραγματεύεται τη διαλεκτική άποψη ότι η φύση και η ιστορία στην περίπτωση του ανθρώπου δεν υπάρχουν ξεκομμένες και αυτόνομες η μια από την άλλη, αλλά αλληλοτέμνονται κι αλληλοπροσδιορίζονται 20 . Ο άνθρωπος εξ αρχήςχαρακτηρίζεται από μια αγωνιώδη και συνεχή κυριαρχική τάση πάνω στη φύση. Η φύση του πολιτισμού του είναι τέτοια, που διαμορφώνει σχεδόν νομοτελειακά κοινωνίες ταξικών κι εξουσιαστικών διαφοροποιήσεων, που δεν περιορίζονται μόνο στο πλαίσιο του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, αλλά παρουσιάζουν πολύ βαθύτερο διαχρονικό και διϊστορικό χαρακτήρα. Τα βαθύτερα αίτια των κοινωνικοοικονομικών ανισοτήτων πρέπει να τ’ αναζητήσουμε πάνω στις ίδιες τις σχέσεις ανθρώπου και φύσης, που κατά τον Αντόρνο εξ αρχής δεν είχαν μια θετική διαμόρφωση. Αν θελήσουμε, κατά συνέπεια, ν’ ανατρέψουμε το καθεστώς των ανισοτήτων πρέπει ν’ ανατρέξουμε εκεί στο πρωταρχικό επίπεδο διαμόρφωσης των σχέσεων των όνο βασικών πόλων. Αν εκεί δεν υπάρχει δυνατότητα νέας και διαφορετικής διαμόρφωσης, η προσπάθεια αλλαγής του καθεστώτος των ανισοτήτων και των αλληλοκαταπιέσεων, μάλλον θ’αποβεί μάταιη.
Και στο σημείο αυτό δικαιούμαστε να προεκτείνουμε σε κάθε κατεύθυνση τις συνέπειες της αέναα αναπαραγόμενης δομής της ουσιαστικά εγκλωβισμένης και καταπιεστικής κοινωνίας. Οι κοινωνικές δομές, που παράγουν επιθετικότητα, βία, καταστρεπτικότητα και πνεύμα ακατάσχετης «εκμετάλλευσης» και ανεξέλεγκτης χρησιμοποίησης ανθρώπων και φυσικών πόρων, είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν προωθούν ένα κλίμα ισορροπίας και συμφιλίωσης με τη φύση και το περιβάλλον. Αν στραφούμε πάλι στη διάσταση της «ένδον» φύσης θα διαπιστώσουμε πως κι εκεί η καταπίεση παράγει δραστηριότητες επεκτατικές και καταστρεπτικές σε βάρος του συνόλου της ανθρώπινης κοινότητας (π.χ. συνδυάστε π.χ. απόψεις της βεμπεριανής ανάλυσης σχετικά με την αλληλεξάρτηση πνεύματος καπιταλισμού και προτεσταντικής ηθικής με φροϋδικές και μεταφροϋδικές θέσεις της ψυχολογίας του βάθους. Καταπίεση της libido με βάση τα προτεσταντικά πρότυπα οδήγησε σε επιτάχυνση της κεφαλαιουχικής συσσώρευσης 21 ). Μ’ άλλα λόγια διαπιστώνουμε την ύπαρξη ενός φαύλου κύκλου αρνητικών αλληλεπιδράσεων μεταξύ των δυο δυναμικών πόλων, δηλ. του "ανθρώπινου-κοινωνικού" και του "φυσικού". Για τη σχολή της Φρανκφούρτης οι αρχικοί όροι κάτω από τους οποίους διαμορφώνεται η σχέση των δύο παραπάνω πόλων είναι καθοριστικοί για την ιστορία της παθογένεσης κοινωνικών μορφωμάτων και ατομικής συμπεριφοράς. Μια επανασυμφιλίωση των δύο πόλων θα επιδρούσε ευνοϊκά στην ίδια την κοινωνική οργάνωση και τη συγκρότηση της ατομικής προσωπικότητας. Ωστόσο οι σημαντικότεροι εκπρόσωποι της στέκονται επιφυλακτικοί γι’ αυτή την αισιόδοξη προοπτική, ενώ αντίθετα διαπιστώνουν μια ενίσχυση των κυριαρχικών φαινομένων με ποικίλες σύγχρονες εκφάνσεις 22 (φαινόμενα σύγχρονης φασιστικοποίησης, στα οποία εμπλέκονται οι μηχανισμοί μαζικής επικοινωνίας, αλλά και αποβλάκωσης 23 των ανθρώπων ως ατομικών συνειδήσεων και σκεπτόμενων πολιτών, ταυτισμός των ανθρώπων με τις παραγωγικές σχέσεις 24 ’ ως αντίδραση στην συναίσθηση της ανασφάλειας και αδυναμίας τους). Ανευρίσκουν στοιχεία της μυθολογικής περιόδου της ανθρωπότητας (π.χ. την ανθρωποθυσία) στην περίοδο του ορθολογισμού 24 (θυσία του ίδιου του "εγώ" μέσα από την διαδικασία της άκριτης προσαρμογής στην καταπιεστική ομάδα για λόγους καθαρά αυτοσυντήρησης 25 ). Γι’ αυτό και ο Λόγος ουσιαστικά υποτιμάται ως ένα όργανο απλώς αυτοσυντήρησης και υποκειμενικού υπολογισμού 26 . Ακόμη σ’ επίπεδο κοινωνικό, συνδέεται άμεσα με μηχανισμούς ελέγχου, χειραγώγησης και κυριαρχίας. Έτσι οι άνθρωποι καταντούν να ζουν μια κακομοιριασμένη ζωή, μ’ ένα σχεδόν ένοχο εγώ, και με μια ανυπαρξία αυτόνομης κριτικής σκέψης.
Κι όμως μέσα σ’ αυτήν την απαισιόδοξη εικόνα δεν αποκλείονται εκλάμψεις αληθινά δημιουργικών κοινωνικά στιγμών. Η σχολή της Φρανκφούρτης πιστεύει ότι η υπερβολή της εξουσίας και η συσσώρευση των αντινομιών μπορεί σε κάποια στιγμή να φέρει το σπάσιμο της καταπιεστικής αλυσίδας. Σε μια στιγμή συλλογικής συνειδησιακής έκλαμψης η ανθρωπότητα μ’ ένα άλμα συνειδητοποιεί την καταστρεπτική πορεία κι αρχίζει αντίστροφη μέτρηση. Σ’ αυτό το άλμα πολλά μπορεί να προσφέρει η κριτική του δεσμευμένου και υποδουλωμένου λόγου από την σκοπιά μιας θεωρίας, που έχει σαν αφετηρία την άρνηση του υπάρχοντος. Και προσθέτουμε εμείς: Τέτοια κρίσιμη κατάσταση, που μπορεί να γεννήσει ρήγματα, άλματα κι "αντίστροφες μετρήσεις" δεν περιλαμβάνεται σε μια εποχή, που οι περιβαλλοντικοί κίνδυνοι έχουν φτάσει σε βαθμό παγκόσμιας απειλής του ίδιου του φαινομένου της ζωής πάνω στον πλανήτη; Η όλη θεωρητική συζήτηση πάνω στο θέμα της συμφιλίωσης, όπως μπορεί να ξεκίνησε από κριτικές θέσεις κι αναλυτικά συμπεράσματα της σχολής της Φρανκφούρτης κι ανεξάρτητα από τις ενδεχόμενες εξειδικευμένες αναλυτικές διχογνωμίες σ’ επί μέρους ζητήματα, έχει ένα άμεσο θετικό αποτέλεσμα. Αναδεικνύει ότι τα επίπεδα στα οποία αναφέρεται το αντικείμενο της, δηλ. επίπεδο διανθρώπινο και διακοινωνικό και επίπεδο σχέσεων ανθρώπου και φύσης, δεν είναι μεταξύ τους ανεξάρτητα αλλά αλληλοσυνδέονται και αλληλοεπηρεάζονται. Η αχαλίνωτη ανταγωνιστικότητα στο ένα επίπεδο αντανακλάται αρνητικά στο άλλο. Πρόκειται για μια αρνητική διαλεκτική σχέση, που μέσα όμως από την κριτική της ανάλυση φωτίζουμε κάποιους νέους ορίζοντες. Έτσι, το να ανευρίσκουμε και να καταπολεμούμε τα κοινωνικά αίτια των καταστρεπτικών επεμβάσεων στο περιβάλλον και της συνολικής οικολογικής ανισορροπίας σημαίνει ότι έχουμε συνειδητοποιήσει την παραπάνω διαλεκτική σχέση και, εγκαταλείποντας την επιφάνεια των συνεπειών, σπεύδουμε να χτυπήσουμε «το κακό στη ρίζα, του». Αλλ’ ακριβώς επειδή η «ρίζα του κακού» είναι πιο πλατειά απ’ ό,τι αρχικά φαίνεται, δεν μένουμε ούτε σ’ αυτή την κριτική μόνο, αλλά διερευνούμε απροκατάληπτοι κι αυτά ακόμη τα «φυσικά» αίτια των κοινωνικών ανισορροπιών και παθογενέσεων, ανισορροπιών και παθογενέσεων, που ήδη αποτέλεσαν αίτια των περιβαλλοντικών καταστροφών και της συνολικής οικολογικής κρίσης. Έτσι περνούμε διαλεκτικά από τον ένα πόλο στον άλλο μελετώντας ένα ενιαίο πεδίο επιρροών και συγκρούσεων.
Η ίδια η συμφιλίωση ανθρώπου και φύσης αξίζει να μελετηθεί και να συνειδητοποιηθεί ως μια διαλεκτική ενότητα που περιέχει μεν αντιθετικότητα, αλλά επεκτείνεται και πέρα απ’ αυτή. Στον ίδιο βαθμό η διαλεκτική των αρνητικών επιρροών του ήδη υπάρχοντος ενιαίου πεδίου, (μέσα στο "εδώ και τώρα"), όπως κι εκείνη της ενδεχόμενης μεταβατικής περιόδου με κατεύθυνση μια άλλη συνολικά κατάσταση,είναι εξ ίσου άξιο αντικείμενο αναλυτικής έρευνας, με σκοπό ακριβώς την ανάδειξη εκείνων των πτυχών της ενιαίας φυσικοκοινωνικής πραγματικότητας, που διευκολύνουν αποφασιστικά την επίτευξη μιας νέας σ’ ανώτερο επίπεδο βιώσιμης εναρμόνισης των δυο βασικών πόλων.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Βλ. Ραμπιτρανάθ Ταγκόρ, Συγκομιδή, (ποιητική συλλογή), Αθήνα έκδ. Μπαρμπουνάκη, σελ. 29.
2. Βλ. ιδίου, Τελείωση, Αθήνα έκδ. Μπαρμπουνάκη, σσ. 9-11.
3. Βλ. Ευθύμης Παπαδημητρίου Για Μια Νέα Φιλοσοφία της Φύσης, Αθήνα, Gutenberg, 1999, σσ. 243-262. Η. Skolimowski, Οι- κολοφιλοσοφία: Καινούργια Τακτική για τη Ζωή, Αθήνα, εκδ. “Κάλβος”, 1984, σσ. 13-27, 42-66.
4. Εδώ ο όρος ματεριαλισμός δεν λαμβάνεται με την αυστηρή φιλοσοφική έννοια του όρου, αλλά νοείται κυρίως ως χυδαίος υλισμός.
5. Βλ. Ευθύμης Παπαδημητρίου , όπ.παραπ., σσ. 233-242. Λεωνίδας Λουλούδης “Κοινωνικές Διεκδικήσεις: Από την Προστασία του Περιβάλλοντος στην Πολιτική Οικολογία”, στο Το Οικολογικό Κίνημα στην Ελλάδα, Αθήνα, εκδ. ΜΕΤΑ ΤΗ ΒΡΟΧΗ, 1987, σσ. 8-21
6. Βλ. Φρ. Νίτσε, Η Γέννηση της Τραγωδίας, έκδ. Γκοβόστη, σσ. 11, 26-27. Επιπλέον ας θυμηθούμε τον αρχαίο μύθο του Διόνυσου-Ζαγρέα.
7. Βλ. Γεώργιος Κ. Ζωγραφάκης, “Εισαγωγή στην Ινδουίστική και Βουδιστική Σκέψη” στο Μπαγκαβάτ Γκίτα (Το θείο Τραγούδι), Αθήναι, εκδ. “Δωδώνη”, 1966, σσ. 35-50
8. Ν. Καζαντζάκη, Ο Φτωχούλης τον Θεού, 5 η εκδ., Αθήνα, εκδ. Ελ.Καζαντζάκη, 1964, σελ. 351
9. Βλ. Ζαν-Μαρί Βενσάν, Η Σχολή της Φρανκφούρτης και η Κριτική Θεωρία, Αθήνα, Επίκουρος, 1977, σσ. 30-35, 41-55. Μαξ Χορκχάιμερ, και Τεοντόρ Αντόρνο, Η Διαλεκτική τον Διαφωτισμού, Αθήνα, ύψιλον/βιβλία, 1986, σσ. 59-60
10. Βλ. Ζαν-Μαρί Βενσάν, όπ. παραπ. σσ. 129-139. Μαξ Χορκχάιμερ, Η Έκλειψη τον Λόγου, Αθήνα, Κριτική, 1987, σσ. 227-229. Theodor Adorno, Minima Moralia, Αθήνα, Αλεξάνδρεια, 1990, σσ. 77-81
11. Γι’ αυτή την μυθολογική σύλληψη του Διονύσου (πολύ πιο σύνθετη και βαθειά από την απλή και επιδερμική μυθολογική εκδοχή του “γλεντοκόπου Θεού του κρασιού”) βλ. Ζαν Ρισπέν, Μεγάλη Ελληνική Μυθολογία, Αθήνα, εκδ. “Αυλός, χ.χ., τόμ. Α', σσ. 230-232, 248-249
12. Βλ. Μαξ Χορκχάιμερ, Η Έκλειψη τον Λόγου, όπ. παραπ., σσ. 155-158
12α Βλ. Max Weber, Το Πνεύμα τον Προτεσταντισμού κι η Καπιταλιστική Ηθική, Κάλβος, Αθήνα, 1978, σελ. 36 επ., 75 επ.
13. Αυτόθι, σσ. 130-141
14. Μαξ Χορκχάιμερ και Τέοντορ Αντόρνο, Η Διαλεκτική του Διαφωτισμού, όπ. παραπ., 141-193, 241, 274
15. Σύμφωνα με την κατηγοριοποίηση των πολιτιστικών υπερσυστημάτων του Ρ. Sorokin, όταν σε μια εποχή κυριαρχεί η προσκόλληση των ανθρώπων στις αισθήσεις τους, τότε η κοινωνία (και ομιλούμε για κοινωνία μεγάλης κλίμακας) αυτής της εποχής αποτελεί πολιτισμικό υπερσύστημα που ονομάζεται αισθαντικό(sensate). Τέτοιο ήταν, κατ’ αυτόν, το πολιτισμικό υπερσύστημα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, μέσα στο οποίο παρατηρούντο πράγματι υπερβολές αισθησιακών απολαύσεων, ιδιαίτερα την εποχή της παρακμής της αυτοκρατορίας (βλ. Ν. Timashef, Ιστορία Κοινωνιολογικών Θεωριών, Αθήνα, Gutenberg, 1976, σσ. 82 και 149-150)
16. Βλ. Ζαν-Μαρί Βενσάν, όπ. παραπ., σσ. 104-120
17. Βλ. Theodor Adorno, Η Ιδέα της Φυσικής Ιστορίας, Αθήνα, Πρίσμα, 1992
18. Μαξ Χορκχάϊμερ και Τέοντορ Αντόρνο, Η Διαλεκτική του Διαφωτισμού, όπ. παραπ., σσ. 11-28
19. Μαξ Χορκχάϊμερ, Η Έκλειψη του Λόγου, όπ. παραπ., σσ. 115- 158
20. Βλ. Ζαν-Μαρί Βενσάν, όπ. παραπ., σσ. 92-94
21. Βλ. Φίλιππου Νικολόπουλου, Η Κοινωνιολογική Προσέγγιση της Πολιτικής Ανάπτυξης στην Ελλάδα Κατά τη Μεταπολεμική Περίοδο (1944-1974), (Διδακτορική διατριβή), Αθήνα 1987, σελ. 138-139.
22. Μαξ Χορκχάϊμερ και Τεόντορ Αντόρνο, όπ. παραπ., σσ. 187- 193,
254-255
23. Αυτόθι, σσ. 186-187, 239-240
24. Ζαν-Μαρί Βενσάν, όπ. παραπ., σελ. 116-119. Μαξ Χορκχάϊμερ και Τέοντορ Αντόρνο, όπ. παραπ., σσ. 23-26. Φίλιππος Νικολόπουλος, “Θεμελιώδη Δικαιώματα και Σοσιαλισμός”στο Συντηρητισμός, Φιλελευθερισμός, Σοσιαλισμός: Τα Βασικά Πολιτικά Ρεύματα και οι Απαντήσεις τους στα Φλέγοντα Προβλήματα της Εποχής μας, Αθήνα, Βιβλιοπωλείον της “Εστίας”, 1992, σσ. 170-172
25. Μαξ Χορκχάϊμερ, όπ. παραπ., σσ. 171-175
26. Αυτόθι, σσ. 33-35
* Η παρούσα εργασία αποτελεί ανάπτυξη του βασικού πυρήνα εισήγησης μου που πραγματοποιήθηκε στο Βόλο στις 8 Οκτώβρη 1988, στο πλαίσιο της διημερίδας που οργανώθηκε από συνεργαζόμενες οικολογικές και εναλλακτικές κινήσεις και είχε ως θέμα την «Οικολογική Κρίση στη Φύση και στην Κοινωνία». Επίσης σε κάποια αρχική μορφή της είχε δημοσιευθεί στο Δελτίο των Συνεργαζόμενων Οικολογικών και Εναλλακτικών Οργανώσεων (τευχ. 7, Δεκέμβρης 1988).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου