Β. ΦΙΟΡΑΒΑΝΤΕΣ
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ – ΘΕΜΑΤΑ*
ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΤΕΧΝΗ-ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ
Ι
Η ιδιαιτερότητα και η
σημασία της apparition (εμφάνισης, ανάδυσης) μιας πρωτοπόρας μορφής, μιας
ιδέας, μιας στάσης, λιγότερο ή περισσότερο μόνιμης, διαρκούς, διακριτής, όλες αυτές
οι καταστάσεις σε στενή αλληλοσύνδεση – αλληλόδραση.
Η apparition και η émanation (εμφάνιση και ανάδυση) του μοντέρνου καλλιτεχνικού
ρεύματος, του μοντερνισμού γενικότερα ως ρεύματος στις αρχές του ΧΧου αι., ως
δομικού, βασικού, μόνιμου πνευματικού κινήματος, ως κινήματος σε επίπεδο
πνεύματος, μορφών, ιδεολογίας. Ως
κινήματος αισθητικής και ιδεολογικής κριτικής1. Ως άρνησης της
υπάρχουσας, της κατεστημένης τέχνης, κουλτούρας, ιδεολογίας αλλά και της
αλλοτριωμένης κοινωνίας του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Με την έννοια αυτή ο
μοντερνισμός ως αισθητικό ρεύμα και η κριτική θεωρία που επισήμαινε, μελέτησε
και ανέδειξε την ιστορική αυτή ιδιομορφία που είναι και κοινωνικό και συγχρόνως
και πολιτικό κίνημα. Η Αισθητική της
αποκαλούμενης Σχολής της Φρανκφούρτης (ή Κριτικής θεωρίας) δίνει έμφαση στην
εργασία σε επίπεδο εποικοδομήματος, την αυτοτελή (αυτόνομη) κριτική του
εποικοδομήματος, φθάνοντας ακόμη και στη ριζοσπαστικοποίηση της κριτικής του,
αλλά δεν τη συλλαμβάνει ως εντελώς αυτόνομο ή ως καθαυτό. Με άλλα λόγια ο
μοντερνισμός και η Αισθητική της Κριτικής θεωρίας δεν είναι ιντελεκτουαλιστικά
κινήματα. Αντίθετα: Μέσα από την κριτική, του διογκωμένου υπέρμετρα,
πρωτόγνωρου εποικοδομήματος στον μονοπωλιακό και ακόμη περισσότερο στον ύστερο
καπιταλισμό και στον νεοκαπιταλισμό, φθάνουν στη ρίζα του προβλήματος, κάνοντας
μια ουσιαστικά νεομαρξική - νέου τύπου - αναστροφή ή αντιστροφή2. Έτσι αναδύεται
ανάγλυφη η βαρβαρότητα των νεοκαπιταλιστικών σχέσεων, που διαφορετικά είναι
κρυμμένες, καμουφλαρισμένες μέσα από την μαζική παραγωγή νέων και ολικά
φετιχιστικών πολιτιστικών μορφών. Η Κριτική θεωρία τοποθέτησε την κριτική της
στο κέντρο, στην καρδιά του συστήματος, στον σκεπτόμενο δηλαδή καπιταλισμό, υπό
την οπτική πάντοτε της γενίκευσης, της καθολικοποίησης της κριτικής της αλά
συγχρόνως και υπό την οπτική της επιζητούμενης πάντοτε εναγώνια απελευθέρωσης.
Της ιστορικά επιβεβλημένης πλέον ολικής απελευθέρωσης από το υπάρχον ξεπεσμένο
σύστημα, όπως έλεγε ο Λούκατς, με τους όρους ακριβώς της αναζήτησης της καθολικότητας
του ανθρώπου από τον νεαρό Μαρξ και με ολικό πάντοτε τρόπο, κατά τον νεαρό
Λούκατς. Διαφορετικά δεν υπάρχει απελευθέρωση. Η συμπλήρωση της μαρξικής
σύλληψης από τον νεαρό Λούκατς, με την κρίσιμης σημασίας επισήμανση και
ανάδειξη της σημασίας της ολότητας της σύλληψης του ιστορικοκοινωνικού
γίγνεσθαι αλλά και της πράξης, λύνει το πρόβλημα της αναγκαίας και επιβαλλόμενης
επιστημονικότητας της ριζοσπαστικής σύλληψης της κριτικής θεωρίας και της
πράξης (ο νεαρός Λούκατς δίνει έμφαση στην πράξη, όπως και ο Γκράμσι) με βάση
και αναφορά τη διαλεκτική του ιστορικογενετικού προτσές αλλά και της
καταλυτικής, της καθοριστικής παρέμβασης της συνειδητοποιημένης
υποκειμενικότητας. Και η ανάγνωση της νεώτερης πολύπλοκης και αντιφατικής
ιστορικής διαλεκτικής από το 1940-44 (νεαρός Μαρξ), το επαναστατικό κοινωνικό
κίνημα που επακολούθησε στη Δυτική Ευρώπη και τη Ρωσία, το ιστορικό και νεώτερο
μοντέρνο κίνημα από τον ιμπρεσιονισμό (1848-50-Κουρμπέ φίλος του Προυντόν)
μέχρι τέλους από το Μαρκούζε, συμπληρώνουν τα αρχικά οραματιστικά κριτικά κενά (επαναστατικό
εργατικό κίνημα των αρχών του 19ου αι.),
προτάσσοντας και αναδεικνύοντας την ιστορικά επιβαλλόμενη ολική
κοινωνική και πολιτισμική απελευθέρωση.
Χωρίς αυτήν δεν έχει νόημα ούτε η όποια ανάγνωση της ιστορίας, αλλά και κυρίως
η ίδια η απελευθέρωση της κοινωνίας ως δυνατή και επιβαλλόμενη πράξη. Ως μια
τάση που απορρέει εμμενώς από τις αντιθέσεις, τις αντιφάσεις, ακόμη και τις
αντινομίες της, αλλά και που ως τέτοια επιβάλλεται να πραγματοποιηθεί, να
υλοποιηθεί, να γίνει πράξη από τα εκατομμύρια των απορριφθέντων (exlus), των περιθωριακών παγκόσμια, ξεπερνώντας έτσι στην πράξη κάθε
εθνικιστική διαίρεση, αντιπαλότητα, διαφορά. Ο απάνθρωπος παγκόσμιος
καταμερισμός της εργασίας1* μόνον έτσι θα ξεπεραστεί. Μέσα από μια νέα
παγκοσμιότητα, καθολικότητα. Ένα νέο, επαναστατικό παγκοσμιοποιημένο διεθνισμό.
Αισθητική και τέχνη:
Διαλεκτική πραγματικότητα – εμφάνιση (apparition)
πρωτοπόρων, μοντέρνων μορφών. Η αισθητική ως ολότητα ή ακόμη καλύτερα ως η
ολότητα. Η αισθητική (νεαρός Λούκατς-Αντόρνο-γέρος Λούκατς: Η τελευταία θέση
του λίγο πριν πεθάνει). Η αισθητική ως το ολικό σχέδιο της κοινωνίας. Άρα η
αναβάθμιση και η ανασυγκρότηση της κοινωνίας υπ’αυτή την αρχή. Ετσι η Κριτική
θεωρία έφθασε στην πλήρη ανατροπή του μοντέλου, στην υποταγή-ένταξη της βάσης
στο εποικοδόμημα, το οποίο γίνεται πλέον το όλον. Η ολότητα, η αισθητική.
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ – ΜΟΝΤΕΛΑ
Το μοντέλο συνδέεται διαλεκτικά με την έννοια (concet),
η οποία του είναι υποκείμενη. Οπότε «σκέπτεσθαι με ένα φιλοσοφικό τρόπο, σημαίνει
σκέπτεσθαι με μοντέλα η αρνητική διαλεκτική είναι ένα σύνολο αναλύσεων
μοντέλων»3.
Η διαπίστωση αυτή σημαίνει ότι τα κείμενα έχουν
κάποιες κοινές αναφορές, κάποια κοινή λογική, κάποια εσωτερική λογική –
συνεκτικότητα, κάποιον κοινό λόγο ύπαρξης, κάποια κοινή μεθοδολογία. Διαφορετικά δεν συνιστούν
σύνολο. Έτσι το σύνολο των κειμένων των Αντόρνο, Μαρκούζε κ.α. ουσιαστικά
συγκροτούν με βάση μια νέα μεθοδολογία, σύγχρονη, διευρυμένη, μια νέα ολότητα
κειμένων, που προσπαθούν ετσι να συλλάβουν, ν’αναλύσουν και ν’αναδείξουν την σύγχρονη διευρυμένη,
πολύπλοκη ολότητα, που ως τέτοια είναι αρκετά διαφορετική από αυτή του 19ου αι.
και την αντίστοιχη χεγκελο-μαρξική, ακόμη και από τη νεολουκατσική του 1923 (Ιστορία και ταξική συνείδηση4).
Πρόκειται για μια ολότητα που συνεχώς
διαφοροποιείται και διευρύνεται, όπως εξελίσσεται ο νεώτερος καπιταλισμός:
Μονοπωλιακός, νεοκαπιταλισμός, ύστερος και σήμερα παγκοσμιοποιημένος. Έτσι μετά
από τη συνθετοποίηση της προβληματικής των μοντέλων σε παράταξη, χωρίς
ιεραρχίες ιδεολογικές, αξιολογικές ή άλλες κατεστημένες αρχές, αυτά προσπαθούν
διαρκώς να συλλάβουν τις συνεχείς
μεταλλαγές του καπιταλισμού με πραγματικούς όρους, με διαλεκτική σύνθεση με την
πραγματικότητα (ή το πραγματικό), που
και αυτή διαρκώς αλλάζει. Η διαλεκτική θεωρητικοποίηση του πραγματικού μόνο υπό
αυτή την έννοια και αποφεύγοντας, ακόμη και καταγγέλλοντας τις επικίνδυνες
οντολογίες και οντικές χαϊνεγκεριανής ή άλλης προέλευσης, παραμένει η κινητήρια
δύναμη της αναγκαίας και επιβαλλόμενης αμφισβήτησης μέσα σε συνθήκες διαρκούς
ξεπεσμού της κοινωνίας και μετατροπής της ολικής αλλοτρίωσης προς πιο
απάνθρωπες μορφές, παγίωσης, κατά κανόνα βίαιης, της ορθολογικοποίησης του συστήματος. Ακόμη περισσότερο η εμμενής
αυτή διαλεκτική ερμηνευτική του πραγματικού παραμένει η μόνη δυνατότητα
αρνητικής-δυναμικής-σύλληψης της ιστορίας και του ιστορικοκοινωνικού γίγνεσθαι.
Η αρνητική διαλεκτική, με έμφαση στην αρνητική θεωρητικοποίηση του αντιφατικού
ακόμη κι αντινομικού γίγνεσθαι, παραμένει αλλά και αναδεικνύεται η μόνη
θεωρητική μετατρεπτική διανοητική και θεωρητική κατάσταση. Η μόνη δύναμη ιδεών
όπως έλεγε και ο Γκράμσι.
Μοντέλα λοιπόν διαλεκτικά, συνεχή και σε παράταξη με
στόχο τη σύλληψη του συνόλου, της ολότητας μιας συνεχώς μεταβαλλόμενης
κοινωνικής πραγματικότητας, όλο και πιο σύνθετης και πολύπλοκης. Εξυπακούεται
μεταβαλλόμενης όχι δυστυχώς προς καλύτερες για τον άνθρωπο καταστάσεις.
Αντίθετα μακρυά: Πολύ μακρυά από αυτό, και μάλιστα προς όλο και δυσμενέστερες και
ποιο αποτρόπαιες καταστάσεις εκμετάλλευσης, κυριάρχησης και απολυταρχισμού.
Διαλεκτικά μοντέλα, λοιπόν, συνεχή, ανοιχτά, σε
παράταξη, με στόχο την κριτική διαπέραση του πραγματικού, του όλο και πιο
αρνητικού πραγματικού, με στόχο την αλλαγή του. Τη ριζική αλλαγή του.
Ο σύγχρονος κόσμος βιώνει μια παράδοξη κατάσταση. Ο
άνθρωπος γίνεται όλο και πιο δυνατός διανοητικά, πνευματικά, αλλά όλο και πιο
αδύναμος κοινωνικά, υλικά. Μέσα όμως σε αυτές τις συνθήκες το σύστημα τείνει
διαρκώς να υποτάξει, να διαλύσει τον άνθρωπο. Και μέσα ακριβώς στον πόνο, μέσα
στη συνείδηση του του συντετριμμένου είναι, εμφανίζεται ξαφνικά η σπίθα της
κριτικής, της άρνησης, της αμφισβήτησης, της θέλησης για αλλαγή, ο άνθρωπος σκεπτόμενος
βέβαια διαλεκτικά και όχι με συστήματα αλλά με
μοντέλα, σύμφωνα με τις πολλαπλές ειδικές διαλεκτικές, ή τις διαλεκτικές
του ιδιαίτερου (ή των ιδιαίτερων) μέσα σε έναν σύνθετο αλλά και θρυμματισμένο
συγχρόνως κόσμο. Σε ένα κόσμο που έχει χάσει την πίστη του στο οτιδήποτε το
σημαντικό, το πνευματικό, το ανώτερο, και συγχρόνως που διαπερνιέται από αντιφάσεις,
αντιθέσεις, αντινομίες, μικροσυμφέροντα, μικρότητες, εγωισμούς κ.α. Μέσα σε
αυτές τις συνθήκες η Νέα μεγάλη άρνηση
προβάλλει σαν η μόνη ενωποιητική
– ανατρεπτική, ακόμη και σωτήρια (όπως θα έλεγε ο Μπένζαμιν) λύση, προοπτική,
δυνατότητα2*.
Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΩΣ
ΕΝΩΠΟΙΗΣΗ
Ποιο μπορεί να είναι το ενωποιητικό στοιχείο
των μερών της διαλεκτικής; Τα μέρη είναι
εντελώς ασύνδετα, ανεξάρτητα, αυτόνομα; Κατά τον Μ. Μπερλώ - Ποντύ, η σύγχρονη διαλεκτική
έχει πολλά κέντρα, πολλές εισόδους και πολλές εξόδους.
Το πρόβλημα της ύπαρξης. Της ιστορικοκοινωνικής,
πνευματικής, διανοητικής, ιδεολογικής ύπαρξης.
Αυτή η νέα ψυχοδιανοητική δομή (structure mentale),
η νέα κατάσταση σκέψης και συνάμα η νέα επιστημολογική αρχή απορρέει από το
γεγονός ότι, οι σύγχρονες αντιθέσεις ακόμη και οι αντινομίες είναι τόσες και
τέτοιες που δεν επιτρέπουν εύκολα συνθέσεις, ούτε οδηγούν σε αυτές.
Οι αντινομίες είναι τόσο σημαντικές δε, που δεν
ξέρουμε αν ποτέ ξεπεραστούν. Οι αντινομίες όχι μόνο του συστήματος, του
καπιταλισμού κ.τ.λ., αλλά του πολιτισμού.
Κατά την Διαλεκτική του
Λόγου5 των Χορκχάϊμερ-Αντόρνο, οι αντινομίες ακόμη και οι λογικές, μεθοδολογικές, επιστημολογικές είχαν
παραμεληθεί από τη θεωρητική σκέψη. Πόσω μάλλον οι κοινωνικές-ιδεολογικές. Για
το λόγο αυτό επιβάλλεται μια νέα συστηματική θεωρητικοποίηση των αντινομιών ως
τέτοιων, με στόχο τη διερεύνηση δυνατοτήτων συνθέσεων ή και ξεπεράσματός τους.
Σύμφωνα με την έρευνα των Χορκχάϊμερ-Αντόρνο
δεν έχουμε ένα συστηματικό μοντέλο, μια μόνο οπτική γωνία προσέγγισης
τους.
Ακόμη και η επιστράτευση της μαρξικής έννοιας της
κοινωνικής διαίρεσης της εργασίας, με αναφορά ακόμη και στην Πολιτεία του Πλάτωνα, δεν οδήγησε σε μια συγκροτημένη
θεωρητικοποίηση τους δυο βασικούς κριτικούς θεωρητικούς. Δεν ξέρουμε και αν
υπάρχει ή αν υπάρξει ποτέ στο μέλλον, καθόσον η κοινωνία αλλάζει συνέχεια,
αναδεικνύοντας νέα προβλήματα, νέες δυναμικές, νέες αντιθέσεις, ίσως και
αντινομίες. Η αντινομία δε μεταξύ της προόδου της επιστημονικής ορθολογικότητας
και στην ανεξέλεγκτη πρόοδο της τεχνολογικής ορθολογικότητας είναι ανυπέρβλητη.
Όλο και βαθαίνει.
Η αναγκαία και επιβαλλόμενη επιστημονική πρόοδος δεν
συμπίπτει ούτε ταυτίζεται με την τεχνολογική πρόοδο. Αντίθετα, μάλιστα, χωρίς
και το όλο θέμα να περιορίζεται σε αυτές τις σύντομες διατυπώσεις, στην εποχή
της ακατάσκετης και ανεξέλεγκτης τεχνητής νοημοσύνης, που τουλάχιστον μερικές
από τις εφαρμογές της αποτελούν απειλή για τον άνθρωπο, ίσως και να είναι μια
απόλυτη αρνητική κατάσταση, και η οποία
μάλιστα ίσως είναι και δομικά
ανεξέλεγκτη.
Όσο και να
συνθετοποιηθεί το μοντέλο, πάντοτε υπάρχει ο κίνδυνος να μην βρεθεί το
αρχιμήδειο σημείο για τη συνειδητοποίηση της ανάγκης ξεπεράσματος της απόλυτα
αρνητικής κατάστασης που συνιστά ο τεχνολογισμός, χωρίς προβληματικές, προσωπικές
πρακτικές και συνάμα πρωτόγονες και οπισθοδρομικές.
Η τεχνολογική αλλοτρίωση συνιστά έτσι τη
μέγιστη απειλή σήμερα για τον άνθρωπο.
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ – ΚΥΡΙΑΡΧΗΣΗ
Η έννοια της
κυριάρχησης είναι κεντρική στην όλη
σύλληψη και θεωρητικοποίηση της Κριτικής θεωρίας. Όχι της οικονομικής μόνον κυριάρχησης, όπως είχε συλλάβει και
εισηγηθεί ο Μαρξ, ουσιαστικά μετατρέποντς από τον Πρόλογο6 και μετά το
ανθρωπιστικό-ανθρωπολογικό μοντέλο της νεότητάς του σε οικονομικό-κοινωνικό,
αλλά της κυριάρχησης σε όλες τις μορφές της. Οικονομική, κοινωνική, πολιτική,
ιδεολογική, πολιτισμική. Η κυριάρχηση είναι πλέον η νέα κατάσταση που αναδύθηκε
με τον μονοπωλιακό αρχικά, τον καπιταλισμό της οργάνωσης στη συνέχεια (νεο-καπιταλισμός).
Στον παγκοσμιοποιημένο πλέον καπιταλισμό η κυριάρχηση έχει γίνει η υπέρτατη
δύναμη, το μέσο και ο σκοπός συγχρόνως. Η συνάρθρωση, η ύπαρξη, η δομή, η
υπόσταση του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού αρχίζει και τελειώνει με την
κυριάρχηση και για την κυριάρχηση.
Λίγοι κατάλαβαν τη
διαπίστωση του Αντόρνο περί πρωτοκαθεδρίας της κυριάρχησης πλέον. Την πλήρη
ανατροπή του μοντέλου της κυριαρχίας του φιλελεύθερου καπιταλισμού που επέφερε
η οργάνωση του μονοπωλιακού καπιταλισμού, με τη σύστοιχη ενσωμάτωση αρχικά,
αλλά κυρίως με την παγίωση της επιβολής της εξουσίας της, της
μονοκατευθυνόμενης ροής των αποφάσεων, των κινήσεων, της πρωτοβουλίας των
κινήσεων. Η κατεστημένη τάξη ουσιαστικά μετά το 1923 (ήττα των επαναστάσεων σε αρκετές
ευρωπαϊκές χώρες) ήταν πλέον χωρίς αντίπαλο. Η κυριάρχηση ήταν πλέον η νέα ολότητα, όχι ως μεταφυσική ή αφηρημένη
οντότητα, έννοια κ.α., αλλά ως συγκεκριμενικότητα στο παρών, άμεση, διαρκής,
αυτοανανεούμενη, αναδιοργανώμενη και αναπροσαρμοζόμενη διαρκώς. Χωρίς αντίπαλο
δέος, χωρίς περιθώρια αμφισβήτησης, χωρίς ουσιαστικά κίνδυνο. Ακόμη και η ριζοσπαστική αμφισβήτηση της
δεκαετίας του 1950 μέχει τη δεκαετία του 1970, με προεξάρχοντα τον Μάη,
ελάχιστα έθεσαν σε κίνδυνο τη μονοκρατορία της κυριάρχησης. Της ιδέας, της
αρχής της κυριάρχησης. Κανείς ουσιαστικά στις χώρες του ύστερου καπιταλισμού, εκτός
ίσως από τον Ρ. Ντούτσκε, δεν
αμφισβήτησε ουσιαστικά την κυριάρχηση, το σύστημα, τον καπιταλισμό.
Και στον παγκοσμιοποιημένο
καπιταλισμό, αυτομεταρρυθμισμένη πλέον η κυριάρχηση, συνεχίζει χωρίς κανέναν
απόλυτα έλεγχο, χωρίς αντίπαλο δέος, χωρίς αμφισβήτηση να αποτελεί την
πεμπτουσία του συστήματος. Να εδραιώσει όλο και περισσότερο τη θέση και την
ισχύ της, ενορχηστρώνοντας και επιβάλλοντας την διάλυση ουσιαστικά της
κοινωνίας και τη διαρκή μεγέθυνση του ποσοστού κέρδους του υπερ-μονοπωλίου και
των ολιγαρχών. Να διοικεί όλο και περισσότερο με τη βία, μετατρέποντάς την
ακόμη και σε ιδεολογική δύναμη, σε ιδεολογία υποταγής, αποδοχής και
παθητικοποίησης της διαλυμένης και φοβισμένης κοινωνίας, η οποία πλέον δεν
είναι καν κοινωνία. Είναι μια άμορφη μάζα – αναγκαστικό ανακάτωμα εξαθλιωμένων
ανθρώπων, ιθαγενών και μεταναστών. Η κυριάρχηση είναι πλέον η μόνη οντότητα που
είναι πανταχού παρούσα σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνικής – ή σε ότι έχει
απομείνει από αυτήν – ζωής, το μέσο που επιτελεί την εκμετάλλευση, την όλο και
μεγαλύτερη εκμετάλλευση δια της συστημικής ενορχήστρωσης και επιβολής της
υποταγής του αποκοινωνικοποιημένου, δηλαδή χωρίς καμία ουσιαστικά δύναμη
ανθρώπινη, χωρίς καμία δυνατότητα παρέμβασης κι ακόμη λιγότερο διεκδίκησης
κάποιων ψυχίων. Και μετά την κρίση του 2008 η κυριάρχηση, που επιβλήθηκε στην
εποχή των μνημονίων στην Ελλάδα και αλλού, βγήκε ισχυρότερη, παρά τη μαζική
αμφισβήτησή του συστήματος και μάλιστα όποια κυβέρνηση και αν υπήρξε (και
ουσιαστικά διορίστηκε για τη βρώμικη δουλειά).
Με αυτά τα δεδομένα, η
κυριάρχηση ή αμφισβητείται μαζικά, ριζοσπαστικά, ολικά ή θα διαιωνίζει διαρκώς
ανανεούμενη την ύπαρξή της, την απόλυτη ισχύ της. Το θέμα δε είναι πλέον
υπαρξιακό, κρίσιμο, και ξεπερνά κατά πολύ την αντιπαράθεση μεταξύ μαρξισμού κι αναρχισμού του 19ου αι.,
στην οποία αναφέρεται και ο Αντόρνο.
Η διαδικασία ολικής
ορθολογικοποίησης του νεοκαπιταλισμού οδήγησε σε μια άλλου τύπου
ορθολογικοποίηση, με ενσωματωμένη τη
διαρκή διαχείριση του ρίσκου στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό, που δεν
ανέχεται την παραμικρή αμφισβήτηση, όπως έκανε ο νεοκαπιταλισμός, μέχρι το
σύστημα να οργανώσει τη νεοαντιδραστική αντεπίθεση του μετά την κρίση του 1973.
Η κυριάρχηση στον παγκοσμιοποιημένο
καπιταλισμό είναι η μόνη αρχή, η μόνη υπαρκτή κατάσταση χωρίς κανένα έλεγχο και
καμία αναφορά. Θα μπορέσει να συνεχίζει να υπάρχει ως τέτοια χωρίς κάποια πολιτική
απόκλιση, μεταστροφή, χωρίς την αναγκαία
πολιτική ιδεολογία και δύναμη; Και εδώ ο κίνδυνος του νεοφασισμού είναι
περισσότερο από υπαρκτός, καθόσον το κοινωνικό εκκρεμές δεν μπορεί να
ισορροπήσει εύκολα, ακόμη και με διαλυμένη την κοινωνία.
Ο παγκοσμιοποιημένος
αυταρχικός απόλυτα καπιταλισμός διακρίνεται πλέον από μια πρωτόγνωρη αντινομία,
ακόμη και με εξασθενημένο το ένα μέρος
της εκρηκτικής πλέον αυτής σχέσης. Πόσο όμως θα διαρκέσει αυτή η ασταθής
ισορροπία;
Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΩΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ
Η ιστορικής σημασίας θεωρία της ενσωμάτωσης της Σχολής της
Φρανκφούρτης
Μέσα
από τη μακραίωνη επώδυνη και αντινομική κίνηση του πολιτισμού (η διαλεκτική του
πολιτισμού) συγκροτήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1930 η Κριτική θεωρία, ως
το υπέρτατο και σύνθετο θεωρητικό προϊόν της. Έκτοτε δημιούργησε ένα ιστορικό
έργο, μοναδικές θεωρητικές εισφορές, οι οποίες παραμένουν ακόμη αξεπέραστες,
έδωσε τεράστια ώθηση στις κοινωνικές επιστήμες και την αισθητική, και κυρίως
εγκατέστησε την έννοια της κριτικής στο επίκεντρο όλων των αναζητήσεων,
αμφισβητήσεων, αντιστάσεων. Την έκανε αναπόφευκτη (incontournable).
Σήμερα
πρέπει αφενός να διατηρήσουμε την Κριτική θεωρία ως τέτοια, όπως και τα κείμενα
της, κ.τ.λ. Μια μοναδική πνευματική παρακαταθήκη-κληρονομιά για την
ανθρωπότητα. Συγχρόνως πρέπει να τη συνεχίσουμε, να την επικαιροποιήσουμε, να
την ανασυγκροτήσουμε (ανα-)στοχαστικά, ώστε να μπορέσουμε να συλλάβουμε εμμενώς
την πολύπλοκη και αντινομική κίνηση της κοινωνίας, σε συνθήκες διαρκούς και
παρατεταμένης κρίσης. Να ανασυγκροτήσουμε το μεγάλο ανθρωπιστικό επαναστατικό
σχέδιο της πρώιμης Αναγέννησης και δια μέσω των εξελίξεών του και να φθάσουμε σε σύγχρονα απελευθερωτικά
προτάγματα.
Η
ριζική αντίθεση της Κριτικής θεωρίας στον ποζιτισμό (θετικισμό) και τον
εμπειρισμό. Διαίσθηση, ορμή, μορφή, έκφραση. Συνειδητοποίηση και αυτονόμηση της
υποκειμενικότητας. Σκεπτόμενη, αναστοχαζόμενη και στοχαζόμενη υποκειμενικότητα.
Φιλοσοφική υποκειμενικότητα – Φιλοσοφία του υποκειμένου: Κριτική θεωρία.
Κριτική
θεωρία: αναζήτηση της κοινωνικής υποκειμενικότητας σε διαδικασία
αυτοπροσδιορισμού, αυτονόμησης, χειραφέτησης.
Οι
πρωτοπορίες – ο ιστορικός ρόλος των πρωτοποριών, αισθητικο-καλλιτεχνικών και
κοινωνικών.
Η
Κριτική θεωρία είναι επικεντρωμένη στην έννοια του υποκειμένου, αλλά αυτή
υπάρχει ακόμη και χωρίς υποκείμενο, και όταν αυτή δηλαδή γίνεται
κριτική-κριτική. Επιβάλλεται σε κάθε περίπτωση η ιστορική κατάκτηση της
κριτικής θεωρίας ως τέτοιας να διασωθεί, ακόμη και να περισωθεί με κάθε
αντίτιμο. Να διασωθεί ο κριτικός πυρήνας, η κριτική διάστασή της ως ολότητα,
ακόμη και αυθύπαρκτη, αυτόνομη, διϊστορική.
Υπονοείται
κριτική θεωρία σε όλες τις εκφάνσεις της και σε όλη την ιστορική διαδρομή της,
πάντοτε ως αντι-αλλοτριωτική σύλληψη και πρακτική, υπό την οπτική πάντοτε του
ξεπεράσματος. Ακόμη και όταν ο ύστερος καπιταλισμός από τα μέσα της δεκαετίας
του 1950-60 ανέπτυξε πρωτόγνωρες ενσωματωσιακές δυνάμεις, η Κριτική θεωρία
αντιστάθηκε, πάλεψε για την αυτονομία της και τη διατήρηση αυτής της δύσκολα
κατακτηθείσας αυτονομίας μέχρι τέλους. Η
τεχνοδομή, όπως την είχε αποκαλέσει ο Γκαλμπραίηθ, πρωτόγνωρη κοινωνική και
ιδεολογική κατάσταση, σύμφυτη με τον νεοκαπιταλισμό, εξαπλωνόνταν και επιβαλλόνταν
σε όλες τις κοινωνικές δομές, έλεγχε όλες τις κοινωνικές, πνευματικές,
πολιτισμικές δραστηριότητες κ.τ.λ. Και αυτό γιατί η κοινωνία δεν μπόρεσε να αντιτάξει ένα
εναλλακτικό σχέδιο οργάνωσης και κοινωνικής πρακτικής, λαμβάνοντας ότι το
εξαπλούμενο νέο εργατικό κίνημα στις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις, με τάσεις
προς την αυτοδιαχείρηση και τον εργατικό έλεγχο δεν μπόρεσε να ανακόψει την αδήριτη τάση του νεοκαπιταλισμού προς την
τεχνογραφειοκρατικοποίηση και γενικότερα την ενσωμάτωση, δομική και λειτουργική3*. Κοινωνική και
ιδεολογική.
1*. Με βάση τα παραπάνω, όλα τα κείμενά μας, και ειδικώτερα, αυτά για την Κριτική θεωρία, συνιστούν μοντέλα κριτικής κατανόησης της σύγχρονης πολύπλοκης πραγματικότητας στο διαρκές γίγνεσθαί τους, συγχρόνως πολεμώντας το αποστεωμένο σύστημα σκέψης και κάθε ιδεολογικό αντιδραστικό σύστημα, ακόμη και τα ιδεολογήματα – ιδεολογικές κατασκευές, ποικιλώνυμα κατάλοιπα του πάλαι ποτέ κραταιού σταλινισμού, ο οποίος στη χώρα μας ακόμη δυστυχώς έχει κάποια ερείσματα μέσα από διάφορα απλοϊκά διανοητικά σχήματα τα οποία είναι περισσότερο μεταφυσικά- ιδεαλιστικά και τα οποία ως τέτοια δεν παύουν να έχουν καταστροφικές επιπτώσεις στη σκέψη. Ακόμη και η μεταμοντέρνα μετάλλαξη πρώην σταλινικών ιστρουκτόρων δεν ξεφεύγει από την κατάσταση αυτή, ακόμη και όπως εσφαλμένα με διάφορες «εκσυγχρονιστικές» ιδεολογικές εκδοχές, που στην ουσία είναι πεπαλαιωμένο κατάλοιπο παλιών αστικών-αντιδραστικών ιδεολογικών συστημάτων, τα οποία προσπαθούν και με τη βοήθεια των διατεταγμένων δημοσιογράφων, media κ.α. να τα παρουσιάσουν ως σοβαρές καταστάσεις. Πρόκειται για τις πιο ελαφριές εκδοχές αντεπίθεσης του κεφαλαίου καθόσον καραδοκούν πάντα ακροδεξιές εθνικιστικές – φασιστικές τάσεις.
2*. Παγκόσμιος καταμερισμός της εργασίας - Παγκόσμια διαίρεση της εργασίας. Μέχρι τώρα χρησιμοποιούσαμε τον όρο Διεθνής διαίρεση της εργασίας, ως προέκταση της έννοιας της κοινωνικής διαίρεσης της εργασίας, που είχε κυρίως εθνικές αναφορές. Τώρα πλέον σε συνθήκες ανεξέλεγκτης παγκοσμιοποίησης, πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τον όρο παγκόσμια διαίρεση της εργασίας για να ακριβολογούμε, αλλά και για να συλλαμβάνουμε την έκταση και τη σημασία του κρίσιμου αυτού προβλήματος.
3*. Βλ. μεταξύ άλλων τη θεωρητικοποίηση σε
εξέλιξη της έννοιας της δομικής και λειτουργικής ενσωμάτωσης γενικά, της
εργατικής τάξης ειδικώτερα, στην εποχή του μονοπωλιακού καπιταλισμού της δεκαετίας του 1950-60 από τον Αντόρνο
στο Société…,
Payot, υπό την επίδραση και της
λειτουργιστικής θεωρητικοποίησης του Ρ. Ντάρνελντοφ. Η θεωρητικοποίηση αυτή
οδήγησε την Κριτική θεωρία στη συγκρότηση και ολοκλήρωση της φιλοσοφίας
της αρνητικής διαλεκτικής, της γενικευμένης,
της καθορισμένης άρνησης του συστήματος. (Βλ. Th. Adorno, Dialectique
négative, Payot).
H ίδια αυτή ιστορικής σημασίας
σύλληψη-θεωρητικοποίηση αποτέλεσε και την βάση της νέας ριζοσπαστικής
θεωρητικοποίησης του Μαρκούζε για τα διεθνή κινήματα της Αμφισβήτησης και την ιδέα
της μεγάλης Άρνησης.
Αυτή τη θεωρητικοποίηση πρέπει να
επικαιροποιήσουμε και σήμερα στην εποχή της ολικής και σφαιρικής
ενσωμάτωσης των πάντων από τον
παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό και ν’αναζητήσουμε μια νέα ρωγμή στην κυριάρχηση,
με στόχο τη σύγχρονη Μεγάλη τη σφαιρική,
την ολική, την καθορισμένη παγκόσμια Άρνηση.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Βλ. και Β. Φιοραβάντες, Ιδεολογική κριτική και αισθητική, Praxis.
2. Συνέχεια και συστηματοποίηση αυτής της
δύσκολης θεωρίας έδωσαν οι Καταστασιανοί, και ιδίως ο Γκ. Ντεμπόρ και ο Ρ.
Βανεγκέμ. Βλ. Γκ. Ντεμπόρ, Η κοινωνία του θεάματος,
Δ. Βιβλιοθήκη και Ρ. Βανεγκέμ, Η επανάσταση της καθημερινής ζωής, Άκμων.
3. Βλ. Th. Adorno, Dialectique négative, Payot, σ. 37. Βλ. Ακόμη και το βιβλίο του Αντόρνο, Modèles critiques, Payot.
4. Εκδ. Οδυσσέας.
5. Εκδ. Gallimard, μ.σ. TEL.
6. Eκδ. Αναγνωστίδη.
ΚΡΙΤΙΚΗ
ΘΕΩΡΑ: ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΗ ΕΩΣ
ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ
ΜΟΡΦΗ
…η διαλεκτική είναι κατά βάση μια σκέψη με
περισσότερα κέντρα και περισσότερες εισόδους, και … έχει ανάγκη από χρόνο για να τα εκμεταλλευτεί όλα.
M. Merleau-Ponty
Les aventures de la dialectique, Idées/
Gallimard
Ξεπέρασμα της μορφής, κάθε
κατεστημένης μορφής, σπάσιμο της φόρμας. Έκφραση και συγκεκριμενοποίηση της
διαρκούς, της μόνιμης, της ολικής εναντίωσης (μου) στο σύστημα.
Προκηρύξεις, διακηρύξεις,
μανιφέστα, τρακτ με συνθήματα κατά της χούντας κ.α., αφίσες στην μεταπολίτευση.
- Αποσπασματοποίηση των κειμένων – Αποσύνθεση του
συστήματος, του Λόγου, του πολιτισμού.
- Τέλος των βεβαιοτήτων. Η μόνη βεβαιότητα η ολική
επανάσταση.
Αντιαλλοτριωτική πράξη – ιδεολογική κριτική.
- Αντιαλλοτριωτική πράξη – αντι-ιδεολογικές διαμεσολαβήσεις1*.
Η δομική αντινομία της ιδεολογίας: θετική και αρνητική
υπόσταση συγχρόνως. Αποσπάσματα μιας διαλεκτικής σύλληψης-θεωρητικοποίησης
συνθετικής και ολικής.
Ι
Σημεία,
σύμβολα, languages,
rudiments της γενικής
καταστροφής. Ο πολιτισμός ως καταστροφή κατά τον Μπένζαμιν, που διαλύει παραδόσεις, σύμβολα, αναμνήσεις,
σχέσεις, δεσμούς, κοινότητες, την τέχνη, την κουλτούρα, τη γλώσσα, τα πάντα. Ο καπιταλισμός
αναδιοργανώνεται διαρκώς σε όλο και σε ποιο περιορισμένη, αυταρχική και
κυριαρχική – απολυταρχική – ολιγαρχική βάση, δομή, καταργεί βάρβαρα το όποιο
ζωτικό περιθώριο για τη γλώσσα, την τέχνη και την πολιτική. Η σχόλη δεν
υφίσταται πλέον ολοσχερώς, όπως και η ελεύθερη – λίγο-πολύ – ενασχόληση με το
πνεύμα και τον πολιτισμό.
Η
γλώσσα μετασχηματίζεται και αυτή μέσα από αυτή τη διαδικασία προς μορφές χωρίς
καμία σημασία (insignifiantes).
Η
μόνη λύση που μένει πλέον είναι το rudiment, η καθαρή φράση, η μίνιμαλ ουσιαστική-
συνθηματική σχεδόν – διατύπωση – διακήρυξη: Η αποσπασματική επιγραμματική,
μονολεκτική, μορφή γραφής, κειμένου κ.α.
Η
ανάγκη διασφάλισης ενός αναπαλλοτρίωτου – ακόμη και μη δυνάμενου να αλλοτριωθεί
‒ συνοπτικού, επιγραμματικού διακηρυκτικού
λόγου-κειμένου με την αντίστοιχη γλώσσα.
Η
μακρόχρονη εμπειρία μου για την μοντέρνα τέχνη προς αυτό κατατείνει πλέον
εγγενώς, εμμενώς, ενδογενώς, αυθόρμητα, διαισθητικά, αυτόνομα. Ποτέ, βέβαια
καταφατικά, σύμφωνα με την καταφατική κουλτούρα, την οποία κριτικάριζε ο
Μαρκούζε1,
ούτε και λογικο-θετικά και παραγωγικά, που κατάγγελνε ο Αντόρνο ως μορφή της
κυρίαρχης λογικής, της κυριάρχησης γενικότερα στην Γερμανική πολεμική2.
Η
αλλοτρίωση αποσπασματοποιεί τα πάντα: το λόγο, την έκφραση, τη σκέψη, τη γλώσσα
μέχρι τη φράση, ακόμη και τη λέξη. Οπότε δεν μένει τίποτα άλλο από την
αφοριστική φράση και την φράση – Σύνθημα: Διαρκής άρνηση, καταγγελία, κριτική,
αντίσταση, αυτονόμηση και αυτόνομη- αυτάρκης ύπαρξη μέχρι την ανατροπή, την
κατάργηση του συστήματος.
Αποσπασματική
διατύπωση θέσεων, θεμάτων και που συνδέονται με ευρύτερες και συστηματικότερες
διερευνήσεις, θεωρητικοποιήσεις, θεματικές κ.α. Τα αποσπάσματα ή οι
αποσπασματικές αυτές διατυπώσεις δίνουν το στίγμα της έρευνας σε μια δεδομένη χρονική στιγμή, δείχνουν τάσεις προς
τις οποίες μπορεί να κατευθυνθεί η έρευνα και συγχρόνως μπροστά στην ένταση της
όλης αναγκαίας προσπάθειας οδηγούν στη συνειδητοποίηση της συστηματικοποίησης και της εντατικοποίησης των ερευνών. Και
μάλιστα σήμερα μπροστά στο μέγεθος της αποσύνθεσης που έχει προκαλέσει η
μεταπαγκοσμιοποίηση, κοινωνική, ιδεολογική, πολιτισμική κ.τ.λ., αρχικά
τουλάχιστον μια πρώτη προσπάθεια βαθύτερης κατανόησης του σύγχρονου πολύπλοκου κοινωνικού γίγνεσθαι,
μόνο αποσπασματικά μπορεί να δοθεί, με βάση και αναφορά πάντοτε την ιστορική
εμπειρία του κινήματος, των κειμένων της κριτικής θεωρίας κ.τ.λ. Συγχρόνως η
αρχική – αναγκαστική, αλλά ουσιαστική - αφοριστική διατύπωση ωθεί σε πάρα πέρα
διερεύνηση, εμβάθυνση και κυρίως σε πράξη, κοινωνική και θεωρητική, με στόχο
την καλύτερη και βαθύτερη κατανόηση των σύγχρονων άκρως φετιχιστικών
καταστάσεων και διαδικασιών, και που ως τέτοιες αποκρύβουν έντεχνα το βαθύτερο
αντικοινωνικό – αντιδραστικό περιεχόμενό τους.
Γραφή
αποσπασματική, υπαινικτική (allusive)
με παρατακτική μορφή. Οι υπαινικτικές αναφορές συγκροτούν ένα σύνολο υποθέσεων
και θεωρητικοποιήσεων πάντοτε αποσπασματικών, ώστε ν’αποφεύγεται το σύστημα και
συγχρόνως σε παράταξη, ώστε να αποφεύγεται ο φορμαλισμός και η ορθολογικοποίηση
της σκέψης. Έτσι μπορεί να δημιουργείται μια ανοιχτή διαλεκτική προβληματική,
σύγχρονη και δεχόμενη αλλαγές και τροποποιήσεις συνεχώς, με βάση την εξέλιξη
της συγκεκριμένης θεματικής. Πρόκειται για γραφή περισσότερο διαισθητική, και κατά
τούτο ανοιχτή και δημιουργική, χωρίς να παραβλέπει την αναγκαία και
επιβαλλόμενη επιστημονικότητα. Σε διαρκή θεωρητικό μετασχηματισμό, συμπλήρωση,
διαδικασία ολοκλήρωσης.
Με
άλλα λόγια, στην ολοκλήρωση, αυστηρά μιλώντας, δεν φθάνει ποτέ. Ούτε εξάλλου μπορεί
από τη φύση της να φθάσει στην όποια ολοκλήρωση, αλλά και αντίθετα η νέα και σημαντική ιδιομορφία της είναι ότι
δομικά είναι αδύνατο. Και ακόμη περισσότερο: Είναι πρακτικά αδύνατο να φθάσει
σε μια ολική, κλειστή, οριστική ολοκλήρωση. Τότε θα έκανε κάποιο σύστημα, το
οποίο από τη φύση του θα ήταν κλειστό, φορμαλιστικό, ακόμη και ολοκληρωτικό, και σε κάθε περίπτωση πνευματικά
και ιδεολογικά νεκρό, αποστεωμένο. Η διαρκής δημιουργικότητα σε επίπεδο
θεωρίας, εννοιολόγησης κ.α. δημιουργεί, αντίθετα, τις προϋποθέσεις μίας αυτόνομης, ακόμη και αυτοθεσμιζόμενης
συνεχώς διαλεκτικής σκέψης και θεωρητικοποίησης, αυτοτροφοδοτούμενης αυτοαναδυόμενης και στραμμένης πάντοτε προς
την αναζήτηση του διαρκώς άλλου, αυτή που ξεφεύγει από την αλλοτρίωση, την
πραγμοποίηση και την ορθολογικοποίηση. Οι επιστημονικές και επιστημολογικές
επαναστάσεις των αρχών του ΧΧου αι., σε συνδυασμό και με τις σε μεγάλο βαθμό
αλληλένδετες αισθητικές και καλλιτεχνικές,
άνοιξαν το δρόμο για τη διαρκή ανοιχτή, ακόμη και χωρίς τέλος, μοντέρνα
– μοντερνιστική θεωρητική και αισθητική αναζήτηση: Το θέσιμο της αισθητικής στο
επίκεντρο της νέας και μοντέρνας έκτοτε επιστημονικής και κοινωνικής πρακτικής.
Νέες ανακαλύψεις συνεχώς, νέες μορφοποιήσεις σε παράταξη, φαινομενικά αποσπασματικές,
ακόμη και ασύνδετες μεταξύ τους, δημιούργησαν την ιστορική και νεώτερη μοντέρνα
τέχνη, πάντοτε ελεύθερη, πνευματική, απελευθερωτική. Την ίδια επανάσταση πρέπει
να συνεχίσουμε, να διευρύνουμε, να ανανεώσουμε, να εμπλουτίσουμε, με βάση και αναφορά
το απόσπασμα - το πρωτοπόρο ακριβέστερα
αισθητικό απόσπασμα, με στόχο την ανασυγκρότηση και επικαιροποίηση με
σύγχρονους όρους του μοντέρνου σχεδίου, εννοείται με αναφορά πάντοτε τις
ιστορικές και νεώτερες πρωτοπορείες και το παραδειγματικό έργο τους.
Αποσπασματικά λοιπόν, κριτικά, μετακριτικά, αισθητικά, μετααισθητικά χωρίς
τέλος...
Οι
επιστημονικές και επιστημολογικές επαναστάσεις, σε συνδυασμό και ως ένα
σημαντικό βαθμό σε αλληλόδραση με τις αισθητικές επαναστάσεις ουσιαστικά ήταν
το δεύτερο κύμα που συμπλήρωσε, επανένωσε,
ανασυγκρότησε, διεύρυνε και στο γενικότερο πολιτισμικό πεδίο την ιστορική
επανάσταση του νεαρού Μαρξ του 1842-44.
Η
θεωρία της αλλοτρίωσης του νεαρού Μαρξ ως βάση της κοινωνικής επανάστασης, με
την πρωτοπόρα πρακτική των νέων επιστημονικών, φιλοσοφικών και αισθητικών
ρευμάτων, όπως έδειξε η Σχολή της Φρανκφούρτης λίγα χρόνια αργότερα, αναβαθμίζεται,
ανασυγκροτείται, γενικεύεται. Μέσα στις συνθήκες της ολικής
τεϋλορικής-φορντικής αλλοτρίωσης του μονοπωλιακού πλέον καπιταλισμού, που
δημιούργησε τις προϋποθέσεις μιας νέας εξίσου ολικής κοινωνικής και αισθητικής
επανάστασης, απελευθερώθηκε περισσότερο διαισθητικά- η διαίσθηση στην
προκειμένη περίπτωση θεωρημένη ως σύνθετη, προχωρημένη ψυχοπνευματική και
ψυχοδιανοητική κατάσταση, ως απόρροια της νέας και χωρίς όριο δημιουργικότητας
που έφεραν οι επιστημονικές, επιστημολογικές, θεωρητικές, αισθητικές
επαναστάσεις - η σκέψη και η πράξη
αυτοαμύνθηκαν, χειραφετήθηκαν δημιουργικά και το μόνο που τις απασχόλησε ήταν η
απελευθέρωση από κάθε μηχανιστική, κλειστή, τυπική, φορμαλιστική, παραδοσιακή
κ.α. αντίληψη, σκέψη, θεώρηση, αισθητική. Η απελευθερωμένη δημιουργικότητα,
κοινωνική και αισθητική, χωρίς πολύ αυστηρές συνδέσεις, μεταξύ αυτών των δύο, εκτός
ίσως από την περίπτωση της επαναστατικής Ρωσίας, ανέδειξε τη δυνατότητα
αποδέσμευσης από το σύστημα, μέσω της σύλληψης και δημιουργίας διαρκώς αποσπασμάτων,
αποσπασματικών έργων τέχνης, πολύ συχνά με συνθέσεις μορφικών-αισθητικών
αποσπασμάτων σε παράταξη. Έτσι άνοιξε ο δρόμος για τη μεγάλη μοντέρνα αισθητική
επανάσταση, με επίκεντρο τα αποσπάσματα, τα οποία πολλές φορές λειτουργούσαν
αυτοτελώς, ακόμη και προσλαμβάνοντας μορφές ολότητας.
Μοντέρνα
λοιπόν επανάσταση για την απελευθερωμένη από κάθε συνθήκη αποσπάσματος, η οποία
δημιουργεί μια νέα θεωρητική – ιστορική ολότητα, με αναφορές την επαναστατική
σύλληψη της συνειδητοποιημένης υποκειμενικότητας του Μαρξ του 1844, ως άρνηση
της ολικής αλλοτρίωσης, και την επαναστατική πρωτοπορία των αρχών του 20ου αι.,
την επαναστατική σύλληψη της μοντέρνας δημιουργικότητας ως προϋπόθεση
ξεπεράσματος της νέας αλλοτρίωσης που έφερε ο μονοπωλιακός καπιταλισμός.
Αποσπάσματα επαναστατικής σκέψης του
Μαρξ, του 18443,
που ίσως και ο ίδιος δεν είχε καταλάβει την ιστορική αξία τους, και για αυτό
άφησε ευτυχώς το corpus
του σε μορφή Σημειώσεων, διότι, αν υπό την επήρεια του Χεγκελιανού
συστημισμού προσπαθούσε να τις
συγκροτήσει σε πλήρες κείμενο, ίσως να κατέστρεψε το επαναστατικό και
ριζοσπαστικό καινοτόμο πνεύμα τους. Αποσπάσματα σκέψης και πρωτοπόρας τέχνης
από την Πρωτοπορία των αρχών του ΧΧου αι., που παρά τα ρεύματα που δημιουργούσε
αδιάκοπα, συνεχώς, λόγω των συνεχών κοινωνικών, ιδεολογικών και άλλων αλλαγών,
δεν δημιούργησε σύστημα. Και μάλιστα εξετάζοντας τα ρεύματα αυτά της
πρωτοπορίας εκ των υστέρων κριτικά, φαίνεται εύκολη η βαθειά αντισυστημική
σύλληψή τους, καθόσον η επαναστατική δημιουργικότητα ωθούσε την πρωτοπορία
διαρκώς σε νέες – και πάντοτε – αποσπασματικές πραγματοποιήσεις.
Αποσπασματική
μοντέρνα τέχνη, λοιπόν, αποσπασματική κριτική – επαναστατική θεωρία, με βάση
την ιστορική πείρα και τη γνώση των κατακτήσεων των πρωτοποριών από το 1844 και
εδώ.
Ο
κόσμος συνεχώς αλλάζει. Κανένα σύστημα δεν θα μπορέσει να δημιουργηθεί πλέον.
Μόνο το απελευθερωτικό απόσπασμα θα δώσει διεξόδους για την επαναστατική πράξη
με σύγχρονους και ακηδεμόνευτους όρους.
ΙΙ
-
Κριτική και
αποδέσμευση από κάθε γραμμική – οπτιμιστική αντίληψη της ιστορίας.
-
Κριτική της προόδου,
της τρέχουσας ιδέας της προόδου και της ανάπτυξης.
-
Μόνιμη κριτική
θεώρηση και στάση απέναντι σε κάθε κατεστημένη αντίληψη, κατάσταση, θεσμό,
βεβαιότητα κ.α.
Σε
κάθε παραδοσιακή αντίληψη.
-
Διαλεκτική της
ιδιαιτερότητας4 (particularité)
-
Μόνο η διαλεκτική
μπορεί να σώσει τη σκέψη και την πράξη απέναντι στην κυρίαρχη καταπιεστική
καθολικότητα (universalité) και τη
σύμφυτη ορθολογικότητα, που στην ουσία έχει γίνει ψευτοορθολογικότητα. Ή στην
καλύτερη περίπτωση την τυπική (formelle)
καθολικότητα και ορθολογικότητα, κενές από κάθε ουσιαστικό περιεχόμενο, από
κάθε κοινωνικό λόγο ύπαρξης. Από την άλλη, ο σύγχρονος ποζιτιβισμός και
μεταμοντερνισμός αντιβαίνουν σε κάθε ιδέα καθολικότητας (universalité),
στην Αναγεννησιακή καθολικότητα ειδικότερα και σε κάθε έννοια Λόγου, και
ειδικότερα του ιστορικού ορθού Λόγου. Οπότε απέναντι σε αυτή την άκρως
καταπιεστική, φετιχιστική και αλλοτριωτική κατάσταση η κριτική θεωρία
αντιτείνει την κριτική, την αυτονομία, την αντίσταση, ακόμη και την άρνηση των
ατόμων, αλλά κυρίως των συνειδητοποιημένων νέων συλλογικοτήτων, καθόσον ο
καπιταλισμός της οργάνωσης (νεοκαπιταλισμός) έχει ενσωματώσει το προλεταριάτο.
Προς
την ανάδειξη και συγκρότηση νέων υποκειμένων, νέων συλλογικοτήτων, νέων
κινημάτων.
ΙΙΙ
Η
ιδέα, η έννοια, η μορφή ως ένωση των άκρων αντιθέσεων.
-
Ξεπεσμένος κόσμος, μοντέρνα τέχνη.
-
Ξεπεσμένος κόσμος – επαναστατικό προλεταριάτο.
-
Ξεπεσμένος αστικός κόσμος – μονοπωλιακός καπιταλισμός και η υποκειμενικότητα σε
διαδικασία αυτοπροσδιορισμού, χειραφέτησης και αυτονόμησης στον κοινωνικό αλλά
και στο πολιτισμικό επίπεδο.
IV
Κριτική
θεωρία: Προς μια νέα σύνθετη διαλεκτική ατόμου – κοινωνίας, του
συνειδητοποιημένου ατόμου της γενικευμένης καταστροφής, που επέφερε ο
μονοπωλιακός και στη συνέχεια ο ύστερος καπιταλισμός. Και εννοείται της ακόμη
μεγαλύτερης, της ολικής ίσως καταστροφής που επέφερε ο παγκοσμιοποιημένος
καπιταλισμός με τις δομικές πλέον κρίσεις του. Η αναγκαία και επιβαλλόμενη
συνειδητοποίηση των ατόμων μπορεί να οδηγήσει σε ευρύτερες κοινωνικές
συνειδητοποιήσεις, οι οποίες διαφορετικά, συμφωνα πάντοτε με την κριτική
θεωρία, είναι αδύνατες. Απέναντι στον άνθρωπο-μάζα του αναπτυγμένου
καπιταλισμού και τον άνθρωπο – τίποτα του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού, η
κριτική θεωρία αντιπαραβάλλει το συνειδητοποιημένο άτομο, τον άνθρωπο πλέον
μέσα από την καλλιέργειά του, την επαφή του με την κοινωνική και καλλιτεχνική
πρωτοπορεία, τη συστηματική εργασία της αυτοσυνειδητοποίησής του. Χωρίς
συνείδηση δεν υπάρχει άνθρωπος. Και συνείδηση αποκτάται μόνο μέσα από την
κοινωνική πράξη, με την έννοια του Λεφέβρ. Τη συνειδητή θα προσθέσουμε εμείς
πράξη, με προεξάρχουσα τη διάσταση της ιδεολογικής κριτικής, που συγχρόνως
είναι και η ελάχιστη προϋπόθεση για την ιστορικά επιβαλλόμενη αυτή
συνειδητοποίηση. Την ανάγκη συνειδητοποίησης με σύγχρονους όρους του νεο-ανθρωπιστικού-σοσιαλιστικού
προτάγματος. Της ιδέας της καθολικής απελευθέρωσης.
Προς
τούτο επιβάλλεται η γενικευμένη Μεγάλη άρνηση,
σύγχρονη, κριτική, ανατρεπτική, ατομική και συλλογική.
V
Κριτική
θεωρία2*:
Από την αδύνατη κοινωνική διαλεκτική στη γενικευμένη αφύπνιση της
ατομικότητας-υποκειμενικότητας. Στην καθολική στράτευση του υποκειμένου υπό την
οπτική πάντοτε της αναγκαίας και επιβαλλόμενης Απελευθέρωσης.
Ο
μονοπωλιακός καπιταλισμός μοιάζει, είναι δε ακόμη και προέκταση του
τεϋλορικού-φορντικού εργοστασίου, στο οποίο ο κάθε ένας έχει μόνο
συγκεκριμένους εκτελεστικούς ρόλους και καθήκοντα, επαναληπτικής, αγχωτικής,
ανιαρής και απόλυτα μη δημιουργικής εργασίας. Ο άνθρωπος έχει αποξενωθεί πλήρως από το προϊόν της
εργασίας του, από την παραγωγική εργασία, η οποία είναι όλο και περισσότερο
καταναγκαστική. Το μοντέλο αυτό της ατομικής, συλλογικής και γενικότερα
κοινωνικής κυριάρχησης είναι το ίδιο και στην εκπαίδευση, την οικογένεια, την
κουλτούρα, τη διασκέδαση, η οποία απλά υποβοηθά την αναπαραγωγή της εργατικής
δύναμης. Παντού τεϋλορικο-φορντικό στρατόπεδο συγκέντρωσης. Ο
επαναπροσδιορισμός του ατόμου με όρους χειραφέτησης – αυτονόμησης αναγκαστικά
θα οδηγηθεί και στη συνειδητοποίηση της ανάγκης ολικής ανασυγκρότησης της όλης
παραγωγικής διαδικασίας με όρους ανθρωπισμού και κοινωνικού ελέγχου.
Έτσι
θα μπορέσει να ανασυγκροτηθεί.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1*. Για το
κρίσιμης σημασίας αυτό θέμα, βλ. το κείμενό μας, «Αντι-ιδεολογικές
διαμεσολαβήσεις» στο Θεωρία πολιτισμού,
Ψηφίδα, Τ. Ι., στο οποίο δείξαμε μετά από μια επισταμένη, συστηματική, εντατική
έρευνα για τα θέματα της ιδεολογίας και της ιδεολογικής κριτικής ότι υπάρχει
μια άλλη διέξοδος, μια άλλη κατεύθυνση ώστε ν’απελευθερωθεί η κριτική και η
αντι-αλλοτριωτική εξ ορισμού σκέψη από το σύστημα, τον διάχυτο ποζιτιβισμό και
εμπειρικό, από μηχανικιστικές και απλουστευτικές αντιλήψεις. Στη συνέχεια η έρευνά μας, με βάση και αναφορά αυτό το
κείμενο, μας οδήγησε στη θεωρητικοποίηση
της μετακριτικής, της μεταφιλοσοφίας και της μετα-αισθητικής, ως η νέα ολική
θεωρητικοποίηση στην εποχή της σύνθετης – και συγχρόνως – βαθύτατα αντινομικής,
αλλά όχι λιγότερο συστημίζουσας αν όχι συστημικής, παγκοσμιοποίησης. Η νεώτερη
κρίση και οι επιπτώσεις της σε όλα τα επίπεδα, που είναι δομική κρίση και της
παγκοσμιοποίησης, του παγκοσμιοποιημένου δηλαδή καπιταλισμού, με τις ασύλληπτες
κοινωνικές, ιδεολογικές, πνευματικές, πολιτισμικές και άλλες επιπτώσεις της,
επιβεβαιώνει την όλη σύλληψή μας προς την κατεύθυνση πάντοτε της γενίκευσης της
καθορισμένης άρνησης σε όλα τα επίπεδα, καθορισμένη άρνηση που σήμερα δεν
μπορεί παρά να είναι δομικά αντι-αλλοτριωτική και συνάμα αντι-ιδεολογική, αν θέλει να εισφέρει θετικά
στην κοινωνία, μέσα από τη σύλληψη και πραγματοποίηση της αντίστοιχης
απελευθερωτικής πράξης, η οποία δεν μπορεί παρά να θέσει ένα οριστικό τέλος σε
κάθε κυρίαρχη ιδεολογία, ιδεολογικό μηχανισμό, ιδεολογική αυταπάτη και φενακισμό.
Η πράξη έτσι ή θα είναι δομικά
αντι-αλλοτριωτική και αντι-ιδεολογική ή δεν θα είναι απελευθερωτική. Βλ.
και τα βιβλία μας, Προς τη
Μεταπαγκοσμιοποίηση (Ζήτη), Η εποχή
της καθορισμένης άρνησης (Αρμός) και αυτόθι. Το ζητούμενο, υπ’αυτή την
οπτική, είναι και παραμένει η ύπαρξη και η διατήρηση σε μακροπρόθεσμη βάση, και
ακόμη καλύτερα μόνιμα της διαδικασίας στοχασμού και αναστοχασμού με
αντι-αλλοτριωτική, αντι-ιδεολογική (ή τουλάχιστον ιδεολογική κριτική) διάσταση,
ως μια δομικά δημιουργική με στόχο την έκφραση της εμμενούς δυναμικής
ξεπεράσματος της υπάρχουσας ολοκληρωτικής κοινωνίας.
2*. Μερικές μεγάλες έρευνες της Σχολής της
Φρανκφούρτης
-
Αυταρχική οικογένεια
-
Βιομηχανία της κουλτούρας
-
Αυταρχική προσωπικότητα
-
Διαλεκτική του Λόγου
-
Γερμανική πολεμική: θέματα μεθοδολογίας και επιστημολογίας των κοινωνικών και
ανθρωπιστικών επιστημών.
-
Κοινωνιολογία της τέχνης και της κουλτούρας – Αισθητική της μοντέρνας τέχνης.
-
Κοινωνιολογία κ.α.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1.
Βλ. H. Marcuse, Culture et société, Minuit, κεφ. «Le caractere “affirmatif” de
la culture», Minuit, σσ. 103-148 και «Remarques à propos d’une rédéfinition de la culture»,
ib. 311-333.
2.
Εκδ. La Difference.
3. Βλ. Κ. Μαρξ, Χειρόγραφα, Δ. Βιβλιοθήκη.
4.
Βλ. P. Zima, L’ école de Francfort, éd.
Universitaires.
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ-ΥΠΕΡΒΑΣΗ
H Κριτική
θεωρία ως θεωρητική σύνθεση των νέων επιστημολογικών θεωριών, των νεώτερων
επιστημολογικών γενικότερα κατακτήσεων
των ανθρωπιστικών και θετικών επιστημών, αλλά και των αισθητικών κατακτήσεων
των πρωτοποριών. Το μοντέρνο σχέδιο.
Η στιγμή της άρνησης, και γενικότερα των αρνήσεων – στιγμή της δημιουργίας – ξεπεράσματος: Η
έκφραση, η ανάδυση της (νέας) μορφής.
Η κριτική θεωρία ως υπέρβαση των αντιθέσεων,
εννοείται πάντοτε μέσα από τη διερεύνηση – θεωρητικοποίησή τους. Οι αντιθέσεις
καθ’ αυτές ελάχιστη σημασία έχουν, ει μη
μόνον στο βαθμό που αναδεικνύουν την οξύτητα του δομικού αντιθετικού
κοινωνικού. Παρόλα αυτά επιβάλλεται η συστηματική μελέτη τους, με στόχο πάντα
να φθάσουμε στη σύνθεση και στο αναγκαίο ξεπέρασμα, αλλά χωρίς αυταπάτες ή
εύκολες και παραμορφωτικές ιδεολογικές παραδοχές. Κυρίως καμία ιδεολογική
βεβαιότητα προκαθορισμένη ή ακόμη και αποστεωμένη, όπως ήταν ο DIAMAT
και γενικότερα ο επονομαζόμενος σοβιετικός μαρξισμός.
Επιπλέον άλλες είναι οι αντιθέσεις στον μονοπωλιακό
καπιταλισμό και άλλες στον φιλελεύθερο καπιταλισμό, των μέσων του 19ου αι. Άλλο το βάθος, το μέγεθός τους. Άλλη η έκταση,
η ένταση, η ποιότητά τους. Ενώ ο καπιταλισμός παραμένει πάντοτε καπιταλισμός το
ίδιο απάνθρωπος και καταπιεστικός, ο μονοπωλιακός καπιταλισμός με την οργάνωσή
του που εφήυρε και επέβαλε παντού (και ο οποίος αποκαλείται και καπιταλισμός
της οργάνωσης), στη συνέχεια και ως απόρροια του τεϋλορισμού και του
φορντισμού, αλλάζει ριζικά τα δεδομένα.
Σε ειρηνικές περιόδους, η οργάνωση ενορχηστρώνει
επιστημονικά τη διαρκή αύξηση της υπεραξίας και τη διαχείρησή της με ήπια μέσα,
με βάση το consencus
(τη συναίνεση) που έχει επιβάλει στο ενσωματωμένο προλεταριάτο (το οποίο και
αυτό έχει αλλάξει από το προλεταριάτο του 19ου αι).
Σε περιόδους κρίσης, τις οποίες δεν μπόρεσε να αποφύγει ο καπιταλισμός, παρά
την αντίθετη θέση-διακήρυξη των υποτακτικών οργανικών διανοουμένων του, και οι
οποίες είναι πολλές φορές έντονες, έως και πολύ έντονες, όπως η πρόσφατη του 2008, η οργάνωση αποκτά κυρίως
καταναγκαστικό-καταπιεστικό χαρακτήρα. Η επιβολή της τάξης και των δογμάτων του
ταξηφιλελευθερισμού είναι η κύρια πλέον αποστολή τους, χωρίς να μπορεί να
σκεφτεί και τις πιθανές αρνητικές συνέπειες όλης αυτής της μεθόδευσης, και κυρίως το γεγονός ότι ωθεί
εγγενώς τα πράγματα προς το νεοφασισμό.
Αλλά και γενικότερα είναι πλέον βέβαιο ότι υπάρχουν
πολλές και βαθειές αντιθέσεις, ακόμη και ακραίες, ανυπέρβλητες, αν δεν
ξεπεραστούν. Αντιθέσεις που χρειάστηκαν και χρειάζονταν συνεχή μελέτη και
διερεύνηση, καθόσον αλλάζουν συνέχεια, όπως αλλάζει και ο καπιταλισμός. Και
καπιταλισμός χωρίς συνεχή αλλαγή, αναπροσαρμογή, αναδιοργάνωση, εξέλιξη δεν
νοείται. Χωρίς νέες μορφές εκμετάλλευσης και καταπίεσης ο καπιταλισμός θα κατέρρεε.
Με τις συνεχείς αναπροσαρμογές και αναδιοργανώσεις του παρατείνει τη ζωή του, χωρίς
όμως να ξεπερνά τις κρίσεις του, οι οποίες είναι πλέον δομικό στοιχείο,
αλλάζοντας βέβαια και αυτές μορφές, σύμφωνα με την γενικότερη εξέλιξη του
(καπιταλισμού), καπιταλισμός πάντοτε γενόμενος όλο και πιο απάνθρωπος.
Το μέγα ζητούμενο μέσα σε αυτές τις συνεχώς
μεταλλασσόμενες συνθήκες, όπως είχε προδιαγράψει ο Μαρξ ήδη από τις 11 θέσεις για το Φόϋερμπάχ1, το ζητούμενο είναι πάντα και η μεταλλαγή της
κριτικής θεωρίας, με στόχο πάντοτε την απελευτέρωση δια της πράξης: της
ιστορικής πράξης. Το ξεπέρασμα δηλαδή του υπάρχοντος καταπιεστικού και
εκμεταλλευτικού συστήματος, απέναντι στο οποίο η μόνη στάση που επιβάλλεται
είναι η καθορισμένη άρνηση, ως η μόνη ενωποιητική, συνθετοποιητική πράξη1*.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1*. Βλ. τις ιστορικές
συζητήσεις των δεκαετιών 1960-70-80 μεταξύ Γκαλμπραίηθ, Μαρκούζε, Γκορζ,
Γκολντμάν, Μάρκοβιτς, Λεφέβρ, Μαλλέ στο συνέδριο της Πράξης στη Γιουγκοσλαβία,
σε άλλα συνέδρια, σε περιοδικά κ.α. Γενικό θέμα: Καπιταλισμός της οργάνωσης,
ενσωμάτωσης και η Μεγάλη Άρνηση.
Στη συνέχεια η όλη συζήτηση
με τη νεοφιλελεύθερη αντεπανάσταση και τη νεοσυντηρητική καμπή, πήρε άλλες
κατευθύνσεις, ενώ με την παγκοσμιοποίηση και την κρίση του 2008 άρχισε πάλι
κάποιο ενδιαφέρον για την αναγκαία
νεοανθρωπιστική τάση ξεπεράσματος του συστήματος. Βλ. τα βιβλία μας, Προς τη Μεταπαγκοσμιοποίηση (Ζήτη), Η εποχή της καθορισμένης άρνησης (Αρμός) και το συλλ. που επιμεληθήκαμε, Νέα ανθρωπολογία και μοντέρνα τέχνη (Ζήτη) και προς τη Νέα Ανθρωπολογία (Αρμός).
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Εκδ. Διογένης
Η ΝΕΑ ΚΡΙΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ
Ι
Η μεθοδολογία μου σε σχέση
με τη Σχολή της Φρανκφούρτης και την Κριτική θεωρία γενικότερα:
Όχι φρανκφουρτολογία, όπως
και όχι και μαρξολογία.
Νεο-μαρξιστική κριτικοθεωρητική
προσέγγιση της σύγχρονης αλλοτριωτικής και αλλοτριωμένης ολικά ανθρώπινης
συνθήκης, με στόχο την αλλαγή της.
Αν δεν υπάρχει αυτός ο
στόχος (11η θέση για τον Φόϋερμπαχ), τότε η όποια προσπάθεια ξεπέφτει σε
θεωρητικολογία, φρανκφουρτολογία, κ.α. Ακόμη χειρότερα ενέχει τον κίνδυνο του
θετικισμού ή του εμπειρισμού ή της νεομεταφυσικής. Στην καλύτερη περίπτωση και
ο ακραίος υποκαταστισμός του Αντόρνο, όπως και αυτός κάποιων πρωτοπόρων τάσεων
της τέχνης, τείνουν σε μια νεομεταφυσική, καντιανο-υπαρξιστικής έμπνευσης,
χωρίς διαλεκτική σύνδεση με την πραγματικότητα. Η ολικά βέβαια αλλοτριωμένη
πραγματικότητα δεν βοηθά ούτε ωθεί προς μια τέτοια κατεύθυνση. Για το λόγο αυτό
επιβάλλεται η με κάθε αντίτιμο διαλεκτικοποίησή της. Άρα και η νεώτερη
θεωρητική έρευνα, πάντοτε με κριτικό τρόπο, επιβάλλεται να κινηθεί προς αυτή
την κατεύθυνση. Ή τουλάχιστον μέσα από τον εντοπισμό και την ανάλυση των
αδιεξόδων, των σχισμών, των αδυναμιών (failles) του συστήματος, να ωθήσει προς τη δυνατή συνειδητοποίηση της
υποκειμενικότητας με ρητή ή υπόρρητη τάση προς την απελευθέρωση. Η καταγγελία
μόνο της αλλοτριωμένης πραγματικότητας, όσο ριζοσπαστική και αν είναι, μπορεί
να οδηγήσει και σε παθητικοποίηση, ακόμη και σε πρόσδεση σε αυτή, μόνο και μόνο
για να σωθούν κάποιες κατακτήσεις. Οι όποιες κατακτήσεις όμως, όσο σημαντικές
και αν είναι τείνουν να αποστεωθούν, αν δεν βρίσκονται σε συνεχή διασύνδεση (interaction)
με την πραγματικότητα, στην οποία έχουν σε κάθε περίπτωση και κάποια επίδραση (emprise) προς διάφορες κατευθύνσεις. Και πολλές φορές λύσεις στο
εξαιρετικά δύσκολο αυτό πρόβλημα, όταν ειδικά η κοινωνία έχει παθητικοποιηθεί
σε υπέρτατο βαθμό, μπορεί να ανιχνευτεί από την πλευρά της ανάδειξης και
διερεύνησης των κρίσιμων θεμάτων της τέχνης, της σκέψης και της κοινωνίας,
διαλεκτικά με ένα σύγχρονο, δηλαδή μετακριτικό,
διεπιστημονικό, διακαλλιτεχνικό, διαπολιτισμικό τρόπο. Μπορεί να φαίνεται σαν μια αρνητική πρακτική
και αντιμετώπιση του όλου προβλήματος, όμως μέσα σε συνθήκες διαρκούς συνθετοποίησης
των κοινωνικών συνθηκών, του συστήματος γενικότερα, μόνο μέσα από τη
μετακριτική διερεύνηση του μοντέλου μπορεί να γίνει δυνατή η ανεύρεση και η
ανάδειξη ενός νέου διαλεκτικού ξεπεράσματος.
Της ανάδειξης της ολικής
συνθετικής πλέον διαλεκτικής άρνησης του συστήματος συνολικά. Οι κατακτήσεις
του πνεύματος, του κινήματος κ.α. δεν έχουν νόημα παρά μόνο στο βαθμό που
αποτελούν τη βάση για τη σύλληψη και επεξεργασία νέων διαλεκτικών μοντέλων,
νέου διαλεκτικού ξεπεράσματος. Της νέας μεγάλης καθορισμένης άρνησης.
Δύο περίοδοι κειμένων μου:
Α. 1984/5 – 2008.
Β. 2008 – σήμερα.
Α. Περίοδος: Κείμενα κριτικά
πάντοτε, άλλα περισσότερο εισαγωγικά, διερευνητικά, αποσαφηνιστικά, κάπως συγκρατημένα
μπροστά στη γενικότερη, την καθολική αποϊδεολογικοποίηση των πάντων, που επήλθε από τη νεοσυντηρητική καμπή από το μέσο της δεκαετίας του 1975 και
εντεύθεν.
Β. περίοδος. Με το ξέσπασμα
της φοβερής κρίσης του 2008, και με βάση την αξεπέραστη θεωρία των μακρυών
κυμάτων του Κοντράτιεφ προσπαθώ να ανασυγκροτήσω μετακριτικά τα μοντέλα (μου),
με στόχο την ανάδειξη της δυνατότητας πλέον - και όχι μόνο πιθανότητας – της
δυνατής δομικής, ριζικής αλλαγής των φαλιρισμένων πλέον παγκόσμια, δηλαδή
ενιαίου, καταπιεστικού, εκμεταλλευτικού, αυταρχικού συστήματος, το οποίο πλέον
στηρίζεται μόνο στην κυριάρχηση για να επιβιώσει, να παρατείνει τη δυνατότητα
που αυτή (κυριάρχηση) της παρέχει για όλο και μεγαλύτερη εκμετάλλευση του
πλανήτη ολόκληρου. Παγκοσμιοποίηση δηλαδή σημαίνει παγκόσμια όλο και πιο άγρια
εκμετάλλευση, η οποία όμως λόγω της κρίσης στην οποία μπήκαμε δομικά πλέον από
το 2008, και θα φαίνεται ότι έφθασε σε
κάποια όρια το ληστρικό έργο της, μπήκε
σε διαδικασία μιας ανεπιστρεπτί αποπαγκοσμιοποίησης. Αυτή η πρωτόγνωρη πλέον
κατάσταση παρατεταμένης νέας κρίσης παρέχει δυνατότητες ρήξεων, ανατροπών, επαναστάσεων, αλλά και
πολέμων τοπικών ή ακόμη και περιφερειακών, αλλά και που είναι δυνατόν να μετεξελιγχθούν γρήγορα σε ευρύτερες
συρράξεις. Από την άλλη η κρίση της παγκοσμιοποίησης με τη γενικευμένη
αβεβαιότητα που δημιουργεί όσο δεν αναδεικνύεται ένας σοβαρός εναλλακτικός
πόλος, ωθεί προς το νεοφασισμό σε όλη την Ευρώπη και την Αμερική, αλλά και στο
γενικότερο αυταρχισμό παγκόσμια. Η Κριτική θεωρία μπροστά σε αυτή την τραγικά
προδιαγραφόμενη νέα οικονομικοκοινωνική και πολιτική συνθήκη δεν μπορεί παρά να
προστάξει το Νέο και μεγάλο ανθρωπιστικό σχέδιό της, με στέρεες ιστορικές ρίζες
και αναφορές, επικαιροποιημένο, διευρυμένο, σοσιαλιστικό.
ΙΙ
Τα διάφορα κείμενά μου ως
αποσπάσματα σε παράταξη σύγχρονης κριτικής θεωρίας, σε διάλογο πάντοτε με τους
μεγάλους θεωρητικούς της Σχολής της Φρανκφούρτης, αλλά με κύριους στόχους:
- Την εμμενή κατανόηση και
ερμηνεία της σύγχρονης όλο πιο
πολύπλοκης (κυρίως λόγω της παγκοσμιοποίησης πλέον, που η μονοδιάσταση1* και η
ομοιογενοποίηση που επιβάλλει κρύβει τις βαθύτατες αντιθέσεις της, παρόλα αυτά
υπαρκτές και μάλιστα ακραίες) και σύνθετης κοινωνικής κατάστασης, και για αυτό
ακόμη πιο πολύ αλλοτριωτικής.
- Την κριτική της
αποϊδεολογικοποίησης σε όλες τις μορφές της, ως πρωταρχικά μια λιγότερο ή
περισσότερο καλυμμένη μορφή συνθηκολόγησης και ως μια κατάσταση άρνησης,
παραίτησης, ακύρωσης του υποκειμένου (ή της υποκειμενικότητας) γενικά, και ως
δρώσα και σκεπτόμενη οντότητα ειδικότερα.
- Την κριτική της
αποϊδεολογικοποίησης ειδικά σήμερα που κυριαρχεί ο ομογενοποιητικός μύλος της
παγκοσμιοποίησης, η μαζική υποκουλτούρα, ο έντεχνα διαχυόμενος από το σύστημα
εφησυχασμός.
ΙΙΙ
Κείμενα-συγκεκριμένες μορφές
δοκιμιακής γραφής-κριτικής μεθοδολογίας
Υπάρχει μια ριζική
διαφοροποίηση της μορφής γραφής των νεώτερων κειμένων μου. Με βάση τις
σημειώσεις των μαθημάτων, των εισηγήσεών μου κ.τ.λ. συνέτασσα ένα αρχικό
κείμενο κάθε φορά, πάντοτε ως αρχείο word.
Στη συνέχεια αυτό το
κείμενο, μετά την πρώτη του διόρθωση και συμπλήρωση με τη βοήθεια κάποιου συνεργάτη
του Εργαστηρίου Καλλιτεχνικής και Πολιτισμένης Παιδείας του Παν/μίου Αιγαίου
(Ρόδος) το ξαναδιόρθωνα και το συμπλήρωνα με τη βοήθεια άλλου συνεργάτη κ.ο.κ. μέχρι να πάρει την τελική του μορφή. Έτσι
γινόνταν μια συνεχής και εντατική προσπάθεια επεξεργασίας των κειμένων, μορφική
και περιεχομενική, αν και κατά κανόνα αυτές οι δύο συμπίπτουν. Πολύ συχνά τα
κείμενα δυσκόλευαν στο τέλος, αλλά είχαν βάθος, ένταση, συστηματικότητα, χωρίς
να γίνονται σύστημα. Πάντοτε παραμένοντας ειδικά – λιγότερο ή περισσότερο –
αποσπάσματα μιας συνεχούς, εντατικής και
αγωνιώδους προσπάθειας διαλεκτικής διερεύνησης του πραγματικού σε περισσότερα
επίπεδα συγχρόνως, ενός πραγματικού που άλλαζε συνέχεια, γινόταν όλο και πιο
αλλοτριωτικό και απάνθρωπο και συγχρόνως
κατά πολύ πιο σύνθετο από όταν μπήκαμε στην παγκοσμιοποίηση. Ακόμη και
στην ύστερη εποχή της παγκοσμιοποίησης και της αποσυνθετικής των συνειδήσεων
και των κοινωνικών δομών αποπαγκοσμιοποίηση το πραγματικό δεν έπαψε να
παραμένει το ίδιο σύνθετο. Και αυτό παρά την κυρίαρχη τάση προς την απλοποίηση,
την εκχυδαϊση, την υποβάθμιση γενικότερα του πνευματικού και του κάθε τι του
ποιοτικού.
Από την άποψη αυτή τα δύο
βιβλία μου της νεώτερης περιόδου: Προς τη μεταπαγκοσμιοποίηση
(Ζήτη) και Η εποχή της
καθορισμένης άρνησης
(Αρμός) είναι κατά πολύ πιο προχωρημένα και επεξεργασμένα από τα προηγούμενα, όπως και το νεώτερο, το οποίο είναι επιπλέον
και κατά πολύ πιο αγωνιώδες.
Αυτή η διαδικασία θεωρητικής
έρευνας και επεξεργασίας των κειμένων μου, με βάση πάντοτε την Κριτική
θεωρία, αλλά και ως κείμενα σύγχρονης
Κριτικής θεωρίας, σύμφωνα με τη νέα αυτή προχωρημένη (avancée)
μέθοδο που ως ένα βαθμό συνεχίζω ακόμη επιτρέπει, και εξ αιτίας της μακρόχρονης
επισταμένης θεωρητικής και συστηματικής συγγραφικής δραστηριότητάς μου, μια
κατά πολύ βαθύτερη, συστηματικώτερη, και συνάμα πολυεπίπεδη συγχρόνως
προσέγγιση-θεωρητικοποίηση, που μπορεί τουλάχιστον ν’αγγίξει την ολότητα και τη
σφαιρικότητα του σύγχρονου δομικά
αντινομικού ιστορικού-γενετικού γίγνεσθαι. Άλλη μεθοδολογία δεν υπάρχει χωρίς ντιλεταντισμούς
και εύκολες θεωρητικολογίες. Το εκ των προτέρων σύνθετο σύγχρονο κοινωνικό
είναι και γίγνεσθαι απαιτεί και την αντίστοιχη συνθετότητα και εμβάνθυνση (pénétrante) μεθοδολογία, αν θέλει κάποιος να συλλάβει τη
δυναμική του, όχι πάντοτε εύκολα συλλήψιμη, λόγω και του γενικώτερου κυρίαρχου
φετιχισμού του πνεύματος.
Υπάρχει μάλιστα ένα κεφάλαιο
από το Διδακτορικό μας, που ασχολείται με τις σχέσεις της Αφαίρεσης, του
κοινωνικού και της ιδεολογίας, το οποίο επεξεργαζόμαστε, εμβαθύνουμε,
συμπληρώνουμε συνέχεια από το 1985 μέχρι σήμερα, και το οποίο, παρά την όλη
επεξεργασία του, παραμένει ακόμη ανοιχτό στην πάρα πέρα έρευνα. Και κανείς δεν
μπορεί να ισχυρισθεί ότι, αν έχουμε κατορθώσει να διερευνήσουμε έστω και
σχετικά ικανοποιητικά τις άκρως πολύπλοκες και αντιφατικές έως αντινομικές
σχέσεις μεταξύ αυτών των τριών κύριων παραγόντων – διαμορφωτών της μοντερνιτέ.
Του μοντερνισμού ως κινήματος. Του μοντέρνου κινήματος γενικότερα, χωρίς την
κατανόηση, έστω και ελλειπή ή και μερική του οποίου είναι αδύνατο να συλλάβουμε
τις βαθύτερες τάσεις του νεώτερου πολιτισμού συνολικότερα, και βέβαια την τάση
στην παρούσα κρίσιμη στιγμή.
Έτσι η σύγχρονη Κριτική θεωρία ως μια σύγχρονη ακριβώς και ολική θεωρητικοποίηση του ανθρώπου παραμένει ως διαρκές καθήκον, ως ένα προκλητικό θεωρητικό και ιδεολογικά απελευθερωτικό πρόταγμα, το οποίο υπερβαίνει κατά πολύ τη σύγχρονη αλλοτριωτική και αλλοτριωμένη ολικά ανθρώπινη συνθήκη.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1*. Το
φαινόμενο αυτό είναι από πολλές απόψεις παράδοξο, αλλά συγχρόνως και
αντινομικό. Οικονομικά-κοινωνικά η
παγκοσμιοποίηση είναι μια άκρως πολλαπλή, αντιφατική, ακόμη και συγκρουσιακή
διαδικασία και η οποία ως τέτοια στηρίζεται και ανανεώνεται διαρκώς από τις
διαρκείς κατακτήσεις και καινοτομίες της επιστήμης και της τεχνολογίας. Από την
άλλη δεν μπορεί, η ίδια της η υπόσταση είναι τέτοια και μόνο με νόρμες
παγκόσμιας εμβέλειας, λογικής, λειτουργίας μπορεί να υπάρξει και να
λειτουργήσει. Πρόκειται για μια άκρως πρωτοφανή αλλοτριωτική διαδικασία: η
γνώση, η επιστήμη, η τεχνολογία χάνονται μέσα στους παραγωγικούς και
διοικητικούς μαιάνδρους της παγκοσμιοποίησης, ενώ τα προϊόντα: Nike,
ΜaCD, Google κ.τ.λ. είναι
παγκόσμια προϊόντα-σύμβολα της παγκοσμιοποίησης, Λύση: Η πλήρη αναδιοργάνωση –
ανασυγκρότηση της παραγωγικής διαδικασίας και του μοντέλου της κυριάρχησης
παγκόσμια, με την πριμοδότηση, ακόμη και επιβολή άλλων νορμών, πιο ανθρώπινων.
Την ανάγκη του σεβασμού του τοπικού, του ιδιόμορφου, του ανθρώπινου, της
ανθρώπινης κλίμακας, της τοπικής κουλτούρας, διαφοράς και ιδιομορφίας. Το γνήσιο
και το αυθεντικό, συγχρόνως με την ανάγκη για τη διάσωση του περιβάλλοντος…
Έτσι η τελικότητα (finitude)
της επιστήμης-τεχνολογίας θα αλλάξει και θα αποκτήσει ανθρώπινο πρόσωπο, θα
εξανθρωπιστεί και συγχρόνως θα καταργηθεί η άκρως αλλοτριωτική ομογενοποιητική
παντοδυναμία της παγκοσμιοποίησης, όχι
μόνον της κουλτούρας, αλλά της κοινωνίας ολόκληρης. Η δε κουλτούρα θα μπορέσει
ν’ αποκτήσει οργανικό χαρακτήρα, επανασυνδεόμενο με τη μακραίωνη πολύμορφη
καλλιέργεια της γης, των τεχνών, του πνεύματος με όρους αυτονομίας και
αυτόνομης απελευθερωμένης ύπαρξης.
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ: ΠΡΟΣ ΤΗ ΜΕΤΑ-ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΤΗΣ ΜΟΡΦΗΣ
ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ
Ι
Προσέγγιση
(διάλεξη, κείμενο) με αναφορές στους (μεγάλους) πρωτοπόρους καλλιτέχνες.
Διάλογος εσωτερικευμένος - διάλογος με τους καλλιτέχνες της πρωτοπορίας και το
έργο τους, όπως και με τους φιλόσοφους και τους κριτικούς θεωρητικούς της
τέχνης και της κοινωνίας.
Το
μέγα θέμα της μορφής, των μορφών, της διαδοχής των μορφών. Η ενύπαρκτη
ιστορικότητα των μορφών. Μεθοδολογικά επιβάλλεται πάντοτε η προτεραιότητα των
μορφών, καθώς και η αναζήτηση και η ανάδειξη του περιεχομένου αλήθειας των
μορφών. Άρα ο διάλογος, η επικοινωνία κοινού - θεωρητικού και τέχνης γίνεται
δια μέσω των μορφών, για την εμμενή, την αναγκαία κατανόηση των μορφών, την ερμηνεία τους κ.τ.λ.
Τα
γενικότερα θέματα (διαλεκτικές των εικόνων, συστηματική προσέγγιση των μορφών,
ερμηνείες-ερμηνευτικές προσεγγίσεις των μορφών κ.α.) της αρνητικής αισθητικής
του μοντερνισμού και πρώτιστα της μοντέρνας τέχνης.
Αισθητοκαλλιτεχνική
και κοινωνική πρωτοπορία.
Οι
επιπτώσεις σε επίπεδο σκέψης, θεωρίας, θεώρησης του κόσμου από την πρωτοπόρα
καλλιτεχνική πράξη, από τη μοντέρνα-μοντερνιστική γενικευμένη, συστηματική
πρακτική των πρωτοποριών.
Η
ιστορική εισφορά του Μαρξ για την κριτική προσέγγιση και κατανόηση των
ιδεολογικών μορφών, άρα και της τέχνης, ειδικής-σύνθετης και αντινομικής
ιδεολογικής μορφής, της αλλοτρίωσης και γενικότερα της ιδεολογίας.
Το
μέγιστο πρόβλημα που επισήμανε ο Μαρξ
της ιδεολογικής αναστροφής ή αντιστροφής.
Η
ιστορική τομή από τον Λωτρεαμόν (αναστροφή).
Η
νέα ιστορική τομή (ανατροπή) από τους Μάλεβιτς και Μαγιακόφσκι.
Το
μέγα θέμα της ιδεολογικής αναστροφής ή αντιστροφής στον ΧΧο αι. και η εισφορά,
η ριζοσπαστική αντίδραση, η ρήξη, η πρωτοπόρα πρακτική της μοντέρνας τέχνης.
Η
(μετα)κριτική θεωρητικοποίηση από τον Αντόρνο (στη συνέχεια του νεαρού Λούκατς) της αλλοτρίωσης μέσα από την
κριτική προσέγγιση των μορφών της
μοντέρνας τέχνης.
Η
εισφορά της μοντέρνας τέχνης στη νεώτερη σύλληψη του ανθρώπινου και κοινωνικού
γίγνεσθαι, για τη βαθύτερη συνειδητοποίηση του ανθρώπου.
Μορφή:
γνώση, ιδεολογία, επικοινωνία, συνειδητοποίηση.
Η
νεοανθρωπιστική προβληματική μέσω της μοντέρνας τέχνης.
Το
νέο επαναστατικό ανθρωπιστικό πρόταγμα.
Το
γενικότερο πνεύμα αμφισβήτησης, άρνησης, κριτικής των καλλιτεχνικών πρωτοποριών,
οι οποίες παρά τη δομική απαισιοδοξία τους, δημιούργησαν τις προϋποθέσεις μιας
θετικής-αισιόδοξης προοπτικής. Επρόκειτο για μία κατάσταση: δεκαετίες 1950-60-70, που η δυνατότητα
ριζικής αλλαγής είχε γίνει ευρύτερη συνείδηση, ορατή.
Προς
τη μετα-αισθητική της μοντέρνας τέχνης στην εποχή της μεταπαγκοσμιοποίησης.
Μορφολογική-μορφική
ανάλυση. Προσέγγιση της μοντέρνας τέχνης και της μοντέρνας γλυπτικής,
ειδικότερα.
Ο
μοντερνισμός στη γλυπτική1.
Το
πρόβλημα του matériau2
γενικά στη μοντέρνα τέχνη, στη μοντέρνα γλυπτική ειδικότερα.
Η
μορφική-μορφολογική ανάλυση στην ύστερη μοντέρνα τέχνη (Art informel
και στο έργο του Μπεργκ) είναι και αισθητική3 και συγχρόνως είναι προϋπόθεση της αισθητικής.
Η μορφική ανάλυση σε όλη τη μοντέρνα τέχνη δεν είναι και αισθητική, ούτε αρκετή
για να φθάσουμε στην αισθητική. Μόνο στον προχωρημένο Adorno4
υπάρχει αυτή η θέση, όταν πλέον δομικά
άλλαζε η μοντέρνα τέχνη, καθόσον άλλαζαν ριζικά και οι κοινωνικές βάσεις. Ο
ύστερος καπιταλισμός είχε, εκτός των άλλων, και βαθύτερα, αν και όχι εύκολα
ευδιάκριτα, διαλυτικά φαινόμενα στην ανθρώπινη και κοινωνική δομή και
συνείδηση.
Εσωτερική
και εξωτερική προσέγγιση της μοντέρνας τέχνης, της γέννησης, της εξέλιξής της5 κ.τ.λ.
Το
ζητούμενο είναι πως την εκτεταμένη, η συστηματική μορφική-μορφολογική
προσέγγιση μας της μοντέρνας τέχνης θα τη μετατρέψουμε, θα την αναβαθμίσουμε σε
αισθητική.
Η
εισφορά της μοντέρνας τέχνης στη νεώτερη σύλληψη του ανθρώπινου και κοινωνικού
γίνγεσθαι, στη βαθύτερη συνειδητοποίηση του ανθρώπου.
Η
ειδική σημασία, η εισφορά της ριζοσπαστικής μοντέρνας τέχνης.
Ο
κεντρικός χαρακτήρας της μπενζαμινο-αντορνικής θεωρητικοποίησης περί
Μοντερνισμού-Μοντέρνας τέχνης. Το μοντέρνο σχέδιο κατά τον Χάμπερμας, η
μοντερνιστική τέχνη κατά τον Greenberg
και τον Αdorno.
H
θεωρητικοποίηση περί μοντερνιτέ του H.
Lefebvre.
Ο
τραγικός μοντερνισμός κατά τους Γκολντμάν-Λεφέβρ, στη συνέχεια του νεαρού
Λούκατς.
Το
νέο μοντέρνο σχέδιο στην εποχή της μεταπαγκοσμιοποίησης.
Λεπτομερής
και συστηματική μορφική-μορφολογική ανάλυση της μοντέρνας τέχνης (λεπτόλογα, fine)6. Το πρόβλημα είναι
πώς θα αναβαθμιστεί αυτή η ανάλυση σε
αισθητική. Ακόμη λείπει ένας σημαντικός αριθμός προκαταρκτικών ερευνών και
κειμένων. Παρόλα αυτά σήμερα για εμάς, με βάση και τη μακρόχρονη διδακτική
εμπειρία μας, ο στόχος αυτός είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί. Δεν θα πρόκειται
για μια αισθητική γενικά, αλλά της μοντέρνας τέχνης: Ζωγραφικής, γλυπτικής κ.α.
Ο
μετασχηματισμός του μορφικού – μορφολογικού σε αισθητικό (κοινωνικό-ιστορικό)
δεν είναι ούτε εύκολος, ούτε προφανής ως διαδικασία, ενώ πάντοτε συνυπάρχουν.
Είναι όμως απόλυτα αναγκαίος, για να μπορέσουμε να πούμε ότι έχουμε αισθητική
θεωρία. Γενικότερα δε ισχύει η θέση ότι η μορφολογική ανάλυση ως τέτοια
ελάχιστη σημασία έχει για την αισθητική, αν και απόλυτα αναγκαία ως πρώτη ίσως
βαθμίδα.
Η
«μετάφραση» αυτή του μορφικού σε αισθητική (με βάση πάντοτε την κριτική θεωρία
της αλλοτρίωσης) ως μια εξ ορισμού
αντιαλλοτριωτική οντότητα – υπόσταση, είναι η προϋπόθεση sine qua non
για την αισθητική. Το μορφικό έτσι χάνεται, διαχέεται, αποκωδικοποιείται μέσα
στο αισθητικό. Ισχύει όμως, κατά τον Αντόρνο του Berg7 και το αντίστροφο. Μόνο στο βαθμό που το
αισθητικό διαλύεται μέσα στο μορφικό έχει νόημα η όποια αισθητική. Η διαλεκτική
εσωτερικής-εξωτερικής ανάλυσης της μοντέρνας τέχνης πρέπει να υπάρχει και να
εκδηλώνεται σε όλες τις στιγμές, όπως υπάρχει στην ίδια τη μοντέρνα τέχνη.
Από
την άλλη, όλες οι μεγάλες αισθητικές επαναστάσεις, εκδηλώθηκαν και
πραγματοποιήθηκαν σε επίπεδο μορφών και δια των μορφών. Οι αντινομίες του
συστήματος, η κρίση και η κυριάρχηση του Λόγου υπάρχουν δια των μορφών και σε επίπεδο μορφών. Η
εμμενής ανάλυση – προσέγγιση της ιστορικής εξέλιξης των μορφών, από τον Όμηρο8 μέχρι σήμερα, δείχνει
μέσα από την περιπέτειά της την περιπέτεια του ανθρώπου, τη συνεχή διαδικασία υποδούλωσης, υποταγής
του στην κυριάρχηση (domination).
Είναι τραγικό, αλλά οι διάφορες εκλάμψεις της τέχνης και της σκέψης, μερικά
διαφωτιστικά διαλύματα της ανθρωπότητας και του Λόγου δεν απέτρεψαν την ολική
καταστροφή, την πλήρη απώλεια της αυτονομίας του υποκειμένου, την πλήρη
παράδοση – υποταγή του ανθρώπου στην κυριάρχηση.
Το
σύστημα τέχνη είναι ένα ειδικό αποξενωμένο σύστημα. Μόνο η αντισυστηματική –
αντισυστημική συνειδητή δράση των πρωτοποριών δημιούργησε μια νέα, δυναμική,
μοντέρνα-μοντερνιστική κατάσταση και στο χώρο της καλλιτεχνικής παιδείας και
εκπαίδευσης.
Υπάρχει
αναπόσπαστη μια διαλεκτική μεταξύ τέχνης και καλλιτεχνικής παιδείας9 – εκπαίδευσης. Ένα
αλλοτριωμένο σύστημα εκ των πραγμάτων αλλοτριωτικής ολικά παιδείας –
εκπαίδευσης δεν κάνει τίποτα από το ν’αναπαράγει την ολική αλλοτρίωση και
πραγμοποίηση.
Η
τέχνη ορίζεται ως χώρος κατ’ εξοχήν αυτονομίας – αυτόνομης ύπαρξης και
δραστηριότητας. Μιας απελευθερωμένης και συνάμα απελευθερωτικής πράξης10 .
Το
κεντρικό θέμα του νεαρού Μάρξ είναι η πραγμοποίηση της ανθρώπινης ελευθερίας.
Άρα του ανθρώπου μέσα από την πραγματοποίηση της κατάργησης του υπάρχοντος
τρόπου παραγωγής και συγχρόνως του ξεπεράσματός του προς μια άλλη κατάσταση,
όπου ο καθένας θα πράττει σύμφωνα με τις επιθυμίες του.
Ξεπέρασμα
της «αυτο-αλλοτρίωσης του ανθρώπου»11 και μέσω της τέχνης, και βέβαια της μοντέρνας, της μοντέρνας καλλιτεχνικής
πρακτικής («πράξης») ειδικότερα.
Η
μοντέρνα τέχνη και ιδίως η ριζοσπαστική αρνείται και καταγγέλλει την υπάρχουσα
κοινωνική διαίρεση της εργασίας – σύμφυτη του αλλοτριωτικού – ολοκληρωτικού
πλέον μονοπωλιακού, του ύστερου και
ακόμη περισσότερο του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού και επεξεργάζεται μοντέλα
και στην πράξη για το ξεπέρασμά της, για τη σύλληψη ενός κόσμου άλλου, όπου η
εργασία θα αναβαθμισθεί, θ’αναδομηθεί, θα απο-αλλοτριωθεί, θα γίνει δηλαδή και
αυτή χειραφετησιακή. Η χειραφέτηση θα είναι το κεντρικό πρόταγμα και μέσα από
την χειραφέτηση της εργασίας και την απόκτηση της απελευθερωμένης έτσι
καλλιτεχνικής πρακτικής κεντρικού χαρακτήρα. Βλ. το παράδειγμα του Μάλεβιτς με
τη Σχολή του και τους καθηγητές του στην πόλη Βίντιτσεκ της Σιβηρίας, όπου όλη
η πόλη είχε μετατραπεί σε ένα απέραντο εργαστήριο πρωτοπόρας τέχνης, ένα έργο
δημόσιας τέχνης: ένα απελευθερωμένο και απελευθερωτικό περιβάλλον. Ένα
περιβάλλον ελεύθερης και κατά πολύ, αισθητά, χειραφετημένης, αυτόνομης, -
λιγότερο ή περισσότερο – αφηρημένης – πειραματικής τέχνης.
Η
δομικά αξεπέραστη ενύπαρκτη διάσταση της αυτο-αλλοτρίωσης της εργασίας στον
καπιταλισμό είναι ολική. Άρα και της
τέχνης και της κουλτούρας. Παρόλα αυτά οι συνειδητοποιημένες πρωτοπορίες
δημιούργησαν έναν έστω μικρό χώρο αυτονομίας, συνέλαβαν το πρόταγμα της
αυτονομίας της τέχνης (η τάση «η τέχνη για την τέχνη», διαμόρφωσαν εναλλακτικά ακόμη τα ριζοσπαστικά
πρότυπα και μοντέλα. Έθεσαν την ανάγκη
τουλάχιστον της καταγγελίας της αλλοτρίωσης στο επίκεντρο των μορφικών και
παιδαγωγικών πρακτικών τους. Κάθε άλλη στάση απλώς αναπαράγει την
αυτο-αλλοτρίωση της εργασίας και μέσω αυτής την κυριάρχηση.
Το
όλο πρόβλημα είναι η καταγγελία, το ξεπέρασμα των φετιχιστικών πολυπλοκοτήτων
του καπιταλισμού σε όλες τις εκδοχές, τις εκφάνσεις, τις οντότητές τους (και
των δύο: καπιταλισμού και των πολυπλοκοτήτων του).
Ο
φενακισμός είναι το τρομακτικό όπλο του συστήματος. Όλη η βιομηχανία της
κουλτούρας, όλο το σύστημα τέχνης και υποτέχνης όλο το παιδαγωγικό – εκπαιδευτικό
σύστημα δεν κάνει απολύτως τίποτα άλλο από το να φενακίζει, να παράγει και
ν’αναπαράγει πάντοτε με νέες μορφές την κυριάρχηση.
Η
ανάγκη διαρκώς επαναδιαπαιδαγώγησης του παιδαγωγού ως άρση της ενύπαρκτης, της
εμμενούς τάσης του συστήματος προς την υποβολή της «αλλοτρίωσης της
αυτοσυνείδησης» (Μαρξ). Άρα το ζητούμενο πάντοτε είναι και παραμένει, ειδικά
μέσα στις νεοβάρβαρες σύγχρονες συνθήκες
του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού σε κρίση και σε δομική πλέον
αποσύνθεση, το «πως θα διαπαιδαγωγηθεί ο ίδιος ο παιδαγωγός» (Μαρξ, Θέσεις για τον Φόϋερμπαχ)12. Και αυτό μπορεί να
επιτευχθεί μόνο με την ανατρεπτική δράση της συνειδητοποιημένης υποκειμενικότητας-πρωτοπορίας (Ο. Revault d’
Allonnes)
Σε μια γενικότερη δε κλίμακα (και η μοντέρνα τέχνη μπορεί ν’αποτελέσει το
πρόπλασμα, την αναφορά) είναι απόλυτα αναγκαίο στο ξεπέρασμα της αλλοτριωμένης
δραστηριότητας δια μέσω της «αυτοσυνείδητης ανθρώπινης δραστηριότητας» (Μαρξ)13.
Πρέπει
να υπερπηδηθεί, να ξεπεραστεί με κάθε μέσο η αδρανής ολότητα της αλλοτρίωσης
του συστήματος που παράγεται και αναπαράγεται αυτοφυώς.
Και
εδώ ο παραδειγματικός ρόλος των πρωτοποριών μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο.
Με
άλλα λόγια η πρωτοπόρα τέχνη και πρακτική συλλαμβάνεται ως άρνηση της άρνησης,
όπως και το συνειδητό κοινωνικό ιδεολογικό πρωτοποριακό.
Παραδείγματα-αναφορά
ο Μάλεβιτς και ο σουρεαλισμός.
Μόνον
έτσι μπορεί να δημιουργηθεί στην πράξη η σύνθεση ως το ολικό ξεπέρασμα του
συστήματος. Άρα άρνηση, άρνηση της άρνησης μέχρι την επίτευξη του ιστορικού
σκοπού. Μέχρι να γίνει δηλαδή η εργασία απόλαυση, άρα και πραγματική τέχνη14.
Η
αυτοπραγμάτωση του ανθρώπου μέσα από την άρνηση και την πρωτοπόρα τέχνη απαιτεί
και την αντίστοιχη αγωγή. Η
αυτοπραγμάτωση δηλαδή του ανθρώπου προϋποθέτει και μια σύστοιχη
αυτο-δοιαμεσολάβηση, η οποία δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί παρά μόνο μέσα από
την αγωγή15.
Έτσι, οι δραστηριότητες της αγωγής συνίστανται στις απαραίτητες ή αναγκαίες
δραστηριότητες που μπορούν να γίνουν εσωτερική ανάγκη για τον άνθρωπο, από τις
φυσικές ανθρώπινες λειτουργίες ως τις εκλεπτυσμένες πνευματικές.
Η αγωγή είναι ένα σύνθετο προσωπικό, εσωτερικό θέμα (Μαρξ): κανένας δεν μπορεί να διαπαιδαγωγήσει χωρίς την ενεργή συμμετοχή του κοινού, του ενδιαφερόμενου στη διαδικασία. Καλός παιδαγωγός, είναι αυτός που προκαλεί, καλλιεργεί, εμπνέει την αυτο-διαπαιδαγώγηση. Πρόκειται για μια δύσκολη, επίπονη συνεχή διαδικασία, με κύρια ποιοτικά χαρακτηριστικά, και πάντοτε σταθερή θέληση, προϋποθέσεις πολύ δύσκολα πραγματοποιήσιμες μέσα στο νεοβάρβαρο σύγχρονο υπεραλλοτριωμένο καπιταλισμό.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1.
Το
εξαιρετικά σημαντικό αυτό θέμα έχει ελάχιστα διερευνηθεί, καθόσον μέχρι τώρα
έχει πριμοδοτηθεί η έρευνα για τη μοντέρνα ζωγραφική. Γενικότερα είναι γνωστό πλέον
σε τι συνίσταται ο μοντερνισμός στη ζωγραφική. Η γλυπτική, θεωρημένη ως τέχνη
αυτόνομη, επιστημονικά μιλώντας, είμαστε πολύ μακριά από μια συγκροτημένη και
αυτόνομη αισθητική θεωρητικοποίηση.
2.
Βλ. τα κείμενά μας, για το matériau
(υλικό) στην Κοινωνική θεωρία και αισθητική, Αρμός και Θεωρία πολιτισμού,
Ψηφίδα 2τ.
3.
Βλ. το αντίστοιχο κεφ. για το μικροδομικό μοντέλο στο βιβλίο μας, Θεωρία πολιτισμού, Ψηφίδα, τ. ΙΙ και τις επισημάνσεις του Φ.
Νικολόπουλου σε κείμενο του που δημοσιεύσαμε στο blog
μας, nktkp.blogspot.gr και fioravantesf.blogspot.gr. Βλ. ακόμη Th. Adorno,
Berg, Gallimard.
4.
Βλ. Th Adorno, Berg, Gallimard.
5.
Πρόκειται για κύριας σημασίας θέμα για
τον L.
Goldmann. Βλ. όλα τα κείμενα του για την τέχνη, στα οποία
κάνει συνεχώς αναφορές στο θέμα, θεωρώντας το ως η πεμπτουσία της διαλεκτικής
προσέγγισης της τέχνης, ειδικότερα το Structures mentales et création culturele, Médiations.
6.
Στις
σημειώσεις από τα μαθήματά μας έχουμε συνεχείς αναφορές και παρατηρήσεις για τη
σημασία της μορφολογικής ανάλυσης της μοντέρνας τέχνης συγκεκριμένα, αλλά και
σε όλα τα κείμενά μας αισθητικής στηριζόμαστε ακριβώς σε αυτή την ανάλυση, η
οποία όμως ως τέτοια, δηλαδή χωρίς τη σύνδεσή της με την αισθητική, δεν έχει
κάποιο ουσιαστικό νόημα. Βλ. ακόμη τις σημειώσεις μας
από το Σεμινάριο Αισθητικής της Σορβόνης. Για τη κατανόηση αυτών των θεμάτων δυσκολεύονται
πάρα πολύ οι φοιτητές γι’αυτό η μελέτη των σημειώσεών μας ίσως βοηθήσει.
7.
Βλ. ib.
σημ. 4.
8.
Βλ. την ιστορική ανάλυση των Χορκχάϊμερ –
Αντόρνο για την αλλοτρίωση, περισσότερο
με την μορφή της αποξένωσης, στην Οδύσσεια του Ομήρου. Βλ. την αντίστοιχη προβληματική του Βανεγκέμ για τη Θεογονεία του Ησίοδου στο De la destinée,
encre marine.
9.
Βλ. τα διάφορα κείμενα, τις σημειώσεις κ.τ.λ.
από την έρευνά μας για το εξαιρετικά σημαντικό αυτό θέμα, και κυρίως το κείμενό
μας, «Διδάσκοντας την τέχνη», αυτόθι και στο blog
μας.
10.
Βλ.
Ε. Φρομ, Ο φόβος μπροστά
στην ελευθερία, Μπουκουμάνης και Η εικόνα του ανθρώπου, Μπουκουμάνης.
11.
Ι.
Μεσάρος, Η θεωρία του Μαρξ
για την αλλοτρίωση, Κουκκίδα, σ. 189.
12.
Εκδ.
Διογένης.
13.
Βλ.
ib. σημ. 11, σελ. 193.
14.
Ib. σ.
199.
15.
Ib. σ. 202.
Η ΟΡΘΟΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗΣ ΜΟΝΤΕΡΝΑΣ ΤΕΧΝΗΣ1* (Ρ.Μ.Τ.)
-
Η θεμελιώδης ολική
αυτονομία της μοντέρνας τέχνης.
-
Η θεματική ανάπτυξη
της προβληματικής της με αυτόνομο και αυθύπαρκτο πάντοτε τρόπο, απέναντι στο
(κυρίαρχο και ενσωματωσιακό) σύστημα.
-
Το βασικό πρόταγμά
της για απελευθέρωση και χειραφέτηση.
-
Το καθοδηγητικό νήμα
άρνησης, κριτικής, αντίστασης που διαπερνά την ιστορική πορεία της.
-
Το αυτόνομο καθεστώς
του έργου της και η αυτοδύναμη ουμανιστική ανάπτυξή του, μέσω της επεξεργασίας
και διαδοχικής συνεχούς ανάπτυξης της μοντέρνας μορφολογίας της, με
αποσπασματικό και παρατακτικό τρόπο. Ολότητα – απόσπασμα, παράταξη, σύνθεση
(Καντίνσκυ): πνεύμα, προσπάθεια ψυχικής και πνευματικής ανόρθωσης, διά των
μορφών, της απελευθέρωσης των μορφών, της δημιουργίας μορφών με αυτόνομο
πάντοτε τρόπο.
-
Απελευθέρωση έτσι δια
της απελευθέρωσης του πνεύματος. Πνεύμα ίσον μορφές, διαρκής δημιουργία νέων,
καινοτόμων και ριζοσπαστικών μορφών.
-
Η διαλεκτική
υποκείμενο-αντικείμενο ήταν στον ύστερο, και ακόμη περισσότερο στον
παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό, προβληματική. Έτσι αναδύεται αναπόδραστα η
ανάγκη ανάπτυξης των διαμεσολαβήσεων και ειδικότερα αυτών της Ρ.Μ.Τ. Στον παγκοσμιοποιημένο
καπιταλισμό σε κρίση λόγω της τάσης κατάργησης των διαμεσολαβήσεων κάθε μορφής,
η διαλεκτική υποκείμενο-αντικείμενο τείνει ν’αντικατασταθεί από μια νέα ακόμη
απροσδιόριστη σχέση, γενικά και ειδικότερα στον χώρο της σύγχρονης πολύμορφης
μοντέρνας τέχνης. Αυτό δεν σημαίνει ότι οδηγούμαστε προς μια κατάργηση της
ανάγκης αυτονομίας του υποκειμένου, της Ρ.Μ.Τ. Αντίθετα, μάλλον οδηγούμαστε σε λιγότερο πολύπλοκα σχήματα, σε
λιγότερο κριτικές ακόμη και σε ετεροκαθορισμένες σχέσεις, άρα και πιο αληθινές.
Η αδήριτη ανάγκη της φιλοσοφίας για την αναζήτηση της αλήθειας, της αλήθειας
του είναι στις συγκεκριμένες πάντοτε ιστορικές στιγμές.
Συγχρόνως
η Ρ.Μ.Τ. συνιστά πάντοτε ρήξη με την κοινωνία σε όλα τα επίπεδα, ολικά και
βέβαια ρήξη με το κατεστημένο κάθε μορφής, και γενικότερα με την κυριάρχηση.
Μέσα
σε αυτό το πλαίσιο, η Ρ.Μ.Τ. αντιτίθεται ριζικά στην εμβληματικότητα των
συμβόλων, των κατεστημένων συμβόλων, μη μπορώντας όμως και η ίδια να αποφύγει
την εγγενή δημιουργία εμβληματικών μορφών, όσο ριζοσπαστικές και αν είναι
αυτές. Πρόκειται για μια σισύφεια προσπάθεια ξεπεράσματος της πραγμοποίησης,
του φετιχισμού κάθε μορφής. Όμως μόνο μέσα από το μη νόημα, από τη δημιουργία
μη νοημάτων, κατά τον Αντόρνο, κάτι τέτοιο θα καταστεί ίσως δυνατό.
Το
μη-νόημα (non-sens) οδηγεί όμως στη σιωπή, στη mutilation, στην αυτο-ακύρωση
της φιλοσοφίας, της τέχνης από τα κάτω, ενώ η κατεστημένη τάξη και η κυριάρχηση
θα παραμένουν πάντοτε το ίδιο εδραιωμένες στη θέση τους. Για το λόγο αυτό η
μόνη διέξοδος είναι η ιδεολογική κριτική, η αυτόνομη, η συνειδητή ιδεολογική
κριτική σε επίπεδο σκέψης (φιλοσοφία, τέχνη, αισθητικής. Παρόλα αυτά η Ρ.Μ.Τ.
πάντοτε έχει ως εμπόδιο της, σχεδόν ανυπέρβλητο, το καθήκον, τον ιστορικό σκοπό να ξεπεράσει την
αινιγματικότητά της, την εμμενή αινιγματικότητά της.
Η
Ρ.Μ.Τ. θεωρημένη όχι σύμφωνα μόνο με ιδεολογικά κριτήρια, αλλά πρωταρχικά με μορφικά
– μορφολογικά. Από την άλλη, η μορφική –
μορφολογική ανάγνωση της Ρ.Μ.Τ. οδηγεί στην ιδεολογική κριτική.
Να
κατανοήσουμε το νόημα, το περιεχόμενο της Ρ.M.T.:
Ένα καθήκον για τον κριτικό αισθητικό, που προϋποθέτει την εμμενή
κατανόηση της Ρ.Μ.Τ., την ενδότερη επικοινωνία, το πέρασμα δια μέσω αυτής, όπως
υπογράμμισε με έμφαση ο Αντορνο. Κατανόηση σημαίνει ως ένα βαθμό και ερμηνεία,
ερμηνεία σημαίνει κατανόηση της κοινωνικής διαίρεσης της εργασίας, του βαθύτερου νοήματος
του είναι και οδηγεί σε μια «απελευθερωτική ερμηνεία» (Μαρκούζε). Αν χαθεί το
πρόταγμα της απελευθέρωσης και της χειραφέτησης από τον ορίζοντα, όπως
επισημαίνει επίσης με έμφαση ο Μαρκούζε, προσπαθώντας να εντάξει τη μοντέρνα τέχνη και την κριτική σκέψη στο γενικότερο
απελευθερωτικό σχέδιο της κοινωνίας του ύστερου τότε και ήδη άκρως αλλοτριωμένου καπιταλισμού, τότε η σκέψη ξεπέπτει στο κενό,
στην κενολογία χωρίς νόημα, χωρίς λόγο ύπαρξης.
Το
ίδιο βέβαια λέει και ο Αντόρνο, παραμένοντας πιο κοντά στην αρνητική θεώρηση
των πραγμάτων, μη διαβλέποντας καμία θετικότητα μέσα ακριβώς στις ίδιες
κοινωνικές συνθήκες.
Ο Μάης
του ’68 όμως άλλαξε το δεδομένο, ξανασυνδέοντας τα κινήματα και τους
πρωτοπόρους πρωταγωνιστές τους με την Κομμούνα, την ιστορική Κομμούνα. Και
σήμερα η απελευθερωτική διακήρυξη, το παράδειγμα σκέψης και πράξης της
Κομμούνας επανέρχεται στην επικαιρότητα,
μέσα σε συνθήκες γενικευμένης εξαθλίωσης, απόλυτης και σχετικής, που επιβάλλει
ο παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός σε κρίση, με στόχο το ξεπέρασμά της, μέσα από
την επικαιροποίηση του ιστορικού αυτού απελευθερωτικού προτάγματος. Το ίδιο
πρόταγμα απελευθέρωσης είχε επεξεργαστεί
για τις μορφές και η Ρ.Μ.Τ. Έτσι μέσα στις σύγχρονες κοινωνικο-ιδεολογικές
αναταράξεις επιβάλλεται η (μετα-)κριτική, η μετα-αισθητική ανάγνωση της Ρ.Μ.Τ., ενταγμένη μάλιστα στο γενικότερο
πλαίσιο της αναγκαίας σήμερα μεταφιλοσοφίας, ως ιστορική συνέχεια και
συγχρόνως ως στοχασμός και αναστοχασμός πάνω στην ιστορία της σκέψης και της
φιλοσοφίας, υπό την οπτική πάντοτε του αναγκαίου, κατά τον Λεφέβρ, και
επιβαλλόμενου ξεπεράσματος.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου